Παρασκευή 23 Αυγούστου 2019

Ο θάνατος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Κομνηνού


Την Άνοιξη του 1192, κι ενώ η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ψυχορραγεί ένας εξηνταπεντάχρονος τυχοδιώκτης περιπλανώμενος στις ανατολικές περιοχές, ο Ανδρονίκος Κομνηνός οδηγεί τους οπαδούς του από την Παφλαγονία, όπου βρισκόταν εξόριστος, εναντίον την Κωνσταντινούπολης. Αυτοκράτορας στη Βασιλεύσουσα ήταν ο Αλέξιος ο Β’, μόλις 12 χρονών.

 




ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Περιγραφή του θανάτου του  Ανδρονίκου Κομνηνού (Εθνική Βιβλιοθήκη Παρίσι).



Στην πραγματικότητα κυβερνούσε η μάνα του, Μαρία της Αντιόχειας, που είχε τον τίτλο της επιτρόπου του αυτοκράτορα. Η Μαρία ήταν μια εξαιρετικά σκληρή γυναίκα, είχε φροντίσει να παντρέψει τον γιο της  με τη δεκαετριάχρονη Γαλλίδα πριγκίπισσα Άννα και κυβερνούσε με σιδηρά πυγμή. Επειδή όμως ευνοούσε πολύ τους Λατίνους, είχε εξοργίσει τους Βυζαντινούς υπηκόους της.

Ο Ανδρόνικος Κομνηνός (ο τελευταίος αυτοκράτορας της δυναστείας των Κομνηνών) είχε  μεγάλη αδυναμία προς το αντίθετο φύλο, μαρτυρία δε αυτού είναι οι θυελλώδεις έρωτες και αποπλανήσεις πριγκιπισσών και άλλων ευγενών γυναικών «μετὰ τῶν γυναικῶν δέσμιος». Είχε επίσης σαφή ροπή προς την ευζωία, ήταν ευφυής, ικανότατος, αλλά ταυτόχρονα και απερίσκεπτος και βίαιος. Ελάττωσε τους φόρους, πέτυχε βελτίωση της ζωής των ασθενέστερων τάξεων, μείωσε τα κρατικά έξοδα και βελτίωσε τη διοίκηση. με τη βοήθεια του όχλου, παίρνει την εξουσία, αλλά δεν πειράζει τον νεαρό αυτοκράτορα. Κλείνει τη Μαρία σε μοναστήρι και ορίζεται συμβασιλέας και επίτροπος του δωδεκάχρονου Αλέξιου. Μόλις σταθεροποιείται η θέση του στο θρόνο, στραγγαλίζει πρώτη τη Μαρία, έπειτα τον ίδιο τον αυτοκράτορα και στη συνέχεια παντρεύτηκε τη χήρα του, την κατά πενήντα χρόνια μικρότερή του, Άννα με την οποία δεν απέκτησαν τέκνα.

Ο Νικήτας Χωνιάτης καταγράφει: «Τῆς δὲ μυσαρᾶς πράξεως ταύτης οὕτω τετελεσμένης͵ οἰκτρῶς ἁρμόζεται Ἀνδρονίκῳ πρὸς συμβίωσιν Ἄννα ἡ τοῦ βασιλέως Ἀλεξίου μνηστή͵ θυγάτηρ οὖσα τοῦ τὴν ἀρχὴν τῶν Φράγγων διέποντος. Καὶ οὐκ ᾐσχύνετο Κρονίων ἀπόζων ἀνεψιοῦ γυναικὶ μιλτοπαρήῳ καὶ τρυφερᾷ καὶ μήπω τὸ ἑνδέκατον ἔτος ἐξηνυκυίᾳ μέλλων ἀθεμίτως συγκατακλίνεσθαι καὶ παραγκαλίζεσθαι ὁ πέπων τὴν ὀμφακίζουσαν͵ ὁ ὑπέρωρος τὴν ἡλικίαν τὴν ὀρθοτίτθιον νεάνιδα͵ ὁ ῥικνὸς καὶ χαλαρὸς τὴν ῥοδοδάκτυλον καὶ δρόσον ἔρωτος στάζουσαν».

 




ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Απεικόνιση του Ανδρονίκου.

Ο Ανδρόνικος Κομνηνός στέφεται αυτοκράτορας  και παίρνει τον τίτλο «λαόφιλος», για τρία χρόνια κυβερνά όποιο διέπραττε αδίκημα ή υπεξαιρούσε χρήματα ή κώλυε το κράτος και τη σφαγή όλων των Λατίνων κατοίκων της Κωνσταντινούπολης, γεγονός που συγκλόνισε.

Η τελευταία εντολή του Ανδρονίκου Α΄ ως αυτοκράτορα φαίνεται να είναι προς τους πλούσιους γαιοκτήμονες, καθώς τους διέταξε να κάνουν ανακαταμερισμό της γης, ώστε να μην υπάρχει άνθρωπος χωρίς ένα κομμάτι γης να καλλιεργήσει. Με αφορμή αυτή τη διαταγή, ο Οίκος των Αγγέλων (οι επόμενοι αυτοκράτορες των Κομνηνών, με την πιο σύντομη στα χρονικά διάρκεια βασιλείας στην αυτοκρατορία) χρησιμοποιεί τη δύναμη των ήδη ταλαιπωρημένων από τον Ανδρόνικο Α΄ γαιοκτημόνων και τον ανατρέπει από το θρόνο.

 

Στη συνέχεια ο Ανδρόνικος Α΄ προσπαθεί ανεπιτυχώς με τη νεαρή σύζυγό του Άννα να δραπετεύσει στην Κριμαία «ὡς φυγάδα τὴν ἐπὶ τοὺς Ταυροσκύθας». Συλλαμβάνεται.

Η Άννα έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα απολαμβάνοντας τις βασιλικές τιμές. Λέγεται μάλιστα πως πολλά χρόνια αργότερα ξαναπαντρεύτηκε.

 

Οι χρονικογράφοι της εποχής περιέγραψαν με αυτό τον τρόπο τον θάνατο του Ανδρόνικου Κομνηνού: Δεμένος με χαλκάδες και αλυσίδες στον λαιμό, ο Ανδρόνικος οδηγείται μπροστά από το Ισαάκιο. Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό, του μαδούν τα γένια και τα μαλλιά του ξεριζώνουν όλα τα δόντια με τανάλιες. Γυναίκες τον γρονθοκοπούν στο στόμα, έπειτα του κόβουν το δεξί χέρι, τον τυφλώνουν από το δεξί μάτι και τον ρίχνουν στη φυλακή. Την επομένη το πρωί, τον βγάζουν από το κελί, τον τυφλώνουν και από το άλλο μάτι, τον ανεβάζουν πάνω σε μια ψωριασμένη καμήλα και τον περιφέρουν στην Αγορά. Εκεί τον παραδίδουν στις διαθέσεις του εξαγριωμένου πλήθους. Στο λιντσάρισμα που ακολουθεί πρωτοστατούν οι ζητιάνοι, οι περιθωριακοί, τα χειρότερα κατακάθια της πόλης. Πόρνες, χασάπηδες, χαμάληδες, ταμπάκηδες, ληστές των υπονόμων και θαμώνες καπηλειών. Τον χτυπούν με ρόπαλα, του πετούν στα μούτρα βοϊδοκοιλιές και περιττώματα γαϊδάρων, τον τρυπούν με μυτερά ραβδιά, τον λιθοβολούν. Μια πόρνη έρχεται μ’ ένα καζάνι βραστό νερό και τον περιλούζει. Τον σέρνουν ως τον Ιππόδρομο, που είναι γεμάτος κόσμο, καθώς έχει γίνει γνωστό ότι θα λινσταριστεί εκεί ο Ανδρόνικος.

 



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η τύφλωση του Αλεξίου Κομνηνού   από τους οπαδούς του Ανδρόνικου, "Χρονικά της Ουτρεμέρ", Γουλιέλμος της Τύρου.


Τον κρεμούν ανάποδα, ενώ ο Ανδρόνικος που ζει ακόμη ψελλίζει: «Ίνα τι κάλαμον συντετριμμένον πρεπικλάτε;» δηλαδή «Γιατί συνεχίζετε να τσακίζετε ένα σπασμένο καλάμι»; Αρχίζουν να του κόβουν κομμάτια απ’το κορμί του. Του ξεριζώνουν τα γεννητικά όργανα και του τα χώνουν στο στόμα. Τελικά ξεψυχά όταν του μπήγουν ένα σπαθί στον φάρυγγα. Το άψυχο κορμί του κομματιάστηκε, τα κομμάτια του αφέθηκαν να σαπίσουν πολλές μέρες στον Ιππόδρομο κι έπειτα πετάχτηκαν στη θάλασσα χωρίς ταφή.

 

«....ἐμφανισθεὶς δὲ οὕτως ἔχων καὶ παραστὰς Ἰσαακίῳ τῷ βασιλεῖ ὕβρεσι βάλλεται, κατὰ κόρρης ῥαπίζεται, τοὺς γλουτοὺς ἐπικρούεται, τὴν γένυν τίλλεται, τοὺς ὀδόντας ἐκριζοῦται, τὴν κεφαλὴν ψιλοῦται τριχῶν, εἰς κοινὸν ἐκδίδοται παίγνιον πᾶσι τοῖς συνελθοῦσιν, ἐμπαροινεῖται καὶ ὑπὸ γυναικῶν καὶ τύπτεται πυγμαῖς κατὰ στόματος, καὶ τούτων ὁπόσαι μάλιστα ἢ θανάτῳ ὑπʼ Ἀνδρονίκου ἀπεβάλοντο τοὺς συνεύνους ἢ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀπεσβεσμένους ἀπέλαβον. ἔπειτα τὴν δεξιὰν χεῖρα πελέκει ἀποκοπεὶς παραρριπτεῖται αὖθις τῇ αὐτῇ φυλακῇ, ἄσιτος, ἄποτος, ὑπʼ οὐδενὸς μεταλαγχάνων οἱασοῦν κομιδῆς.
 

Μεθʼ ἡμέρας δέ τινας καὶ τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν ἐξορύττεται καὶ καθεσθεὶς ἐπὶ καμήλου ψωριώσης διὰ τῆς ἀγορᾶς θριαμβεύεται, κατὰ γεράνδρυον ἄφυλλον ᾠοῦ ψιλότερον ἀκαλυφές τε παντάπασι κρανίον προφαίνων καὶ βραχεῖ ῥακίῳ τὸ σῶμα σκεπόμενος, θέαμα ἐλεεινὸν καὶ πηγὰς ἐθέλον δακρύων ἡμέροις ὄμμασιν. ἀλλʼ οἱ εὐηθέστατοι καὶ ἀπαιδευτότατοι τῆς Κωνσταντίνου οἰκήτορες καὶ τούτων οἱ ἀλλαντοπῶλαι πλέον καὶ βυρσοδέψαι καὶ ὅσοι τοῖς καπηλείοις διημερεύουσι κἀκ τῶν καττυμάτων ἀποζῶσι γλίσχρως καὶ ταῖς ῥαφίσι τὸν ἄρτον στενῶς συλλέγουσι, κατʼ ἔθνεα συναθροισθέντες μυιῶν, αἳ τοὺς γαυλοὺς ἀμφιπεριίπτανται ἔαρος καὶ περιχαίνουσι τὰ πιαλέα κισσύβια, μηδένα λόγον θέμενοι, εἰ βασιλεὺς οὗτος πρὸ τρίτης καὶ βασιλείῳ διαδήματι περιδούμενος καὶ ὡς σωτὴρ ὑμνούμενος ὑπὸ πάντων ἀνευφημούμενός τε καὶ προσκυνούμενος καὶ ὡς φρικώδεσιν ὅρκοις τὴν εἰς αὐτὸν ἐνεπέδωσαν πίστιν καὶ εὔνοιαν, ἀλόγῳ δὲ θυμῷ καὶ παραλογωτέρῳ νοῒ φερόμενοι οὐδέν τι τῶν κακῶν ἐνέλιπον, ὃ μὴ εἰς Ἀνδρόνικον ἀνοσίως εἰργάσαντο.

Οἱ μὲν γὰρ κατὰ κεφαλῆς κορύναις αὐτὸν ἔπληττον, οἱ δὲ βολβίτοις τὰς ἐκείνου ῥῖνας ἐμόλυνον, ἄλλοι διὰ σπόγγων λύματα γαστέρων βοείων καὶ ἀνθρωπείων τῶν ὄψεων ἐκείνου κατέχεον. ἕτεροι αἰσχρορρημονοῦντες ἐκακολόγουν ἐς μητέρα καὶ τὸν λοιπὸν τῶν τοκέων. ἦσαν οἳ καὶ ὀβελίσκοις ἔπειρον αὐτοῦ τὰς πλευράς. οἱ δʼ ἀναιδέστεροι λιθολευστοῦντες κύνα ὠνόμαζον λυσσητῆρα. μία δέ τις πορνικὴ γυνὴ καὶ ἀκόλαστος κεράμιον θερμοῦ ὕδατος πλῆρες ἁρπασαμένη ἐξ ὀπτανείου τῶν ἐκείνου κατεκένωσε παρειῶν. καὶ οὐδεὶς ἦν, ὃς οὐκ ἦν ἐπʼ Ἀνδρονίκῳ κακοποιός. καὶ οὕτως ἀτίμως ἐπὶ τὸ θέατρον ἀπαχθεὶς μετὰ γελοιώδους θριάμβου καὶ τοῦ οἰκτροῦ ἐκείνου καὶ παιζομένου ἐπὶ καμήλου ὑψώματος καὶ ὅπερ ἄνωθεν κατέβη αὐτόχρημα ἐκ ποδῶν ἀναρτᾶται, τινῶν ἀναψάντων ἐκ φελλύρας καλώδιον, κατὰ τοὺς περὶ τὰς ἐπικλινεῖς τὸν τράχηλον ἐκ χαλκοῦ πεποιημένας λύκαινάν τε καὶ ὕαιναν ἱσταμένους δύο στυλίσκους καὶ λίθον ἐπικείμενον ἔχοντας.

Τοσαῦτα δὲ πεπονθὼς καὶ μυρία ἕτερα ὑποστάς, ὅσα ὁ λόγος παρέδραμεν, ὅμως ἀντεῖχεν ἔτι γενναίως πρὸς τὰς ἐπιφορὰς τῶν δεινῶν ἐρρωμένος ὢν τὸ φρονεῖν. πρὸς δὲ τοὺς ἐπεισχεομένους καὶ βάλλοντας ἐπιστρεφόμενος ἄλλο μὲν οὐδὲν ἐφθέγγετο, εἰ μὴ τὸ „Κύριε ἐλέησον“ καὶ „ἵνα τί κάλαμον συντετριμμένον προσεπικλᾶτε“; ἀλλʼ οὐδὲ μετὰ τὴν ἐκ ποδῶν ἀπαιώρησιν οἱ ἀνούστατοι ὄχλοι τοῦ πολυπαθοῦς ἀπέσχοντο Ἀνδρονίκου ἢ φειδὼ τῶν ἐκείνου σαρκῶν ἔλαβον, ἀλλὰ περιελόντες τὸ χιτώνιον κακῶς ἐτίθουν τὰ παιδογόνα μόρια. ἀνόσιος δέ τις καὶ διὰ τοῦ φάρυγγος εἰς τὰ ἔγκατα ἐπίμηκες ξίφος ἔβαψε, τινὲς δὲ τῶν ἐκ τοῦ Λατινικοῦ γένους καὶ κατὰ τῆς ἐξέδρας ἀκινάκην ἀμφοτέραις ἐπήρεισαν καὶ περιστάντες κατέφερον τὰ ξίφη, ὁποῖόν ἐστι τμητικώτερον ἀποπειρώμενοι καὶ τῇ τῆς χειρὸς κομπάζοντες δεξιότητι διὰ τὸ ἀξιόλογον τῆς πληγῆς.

Καὶ μετὰ τοσαῦτα μογήματα καὶ παθήματα μόλις ἀπέρρηξε τὴν ζωήν, τὴν δεξιὰν χεῖρα μετʼ ὀδύνης ἐκτείνας καὶ περιαγαγὼν οὕτω τῷ στόματι, ὥστε καὶ τοῖς πολλοῖς ἔδοξεν ἐκμυζᾶν τοῦ ἐκ ταύτης ἔτι θερμοῦ ἀποστάζοντος αἵματος διὰ τὸ νεαρὸν τῆς τομῆς.

Ἦρξε δʼ ἐνιαυτοὺς δύο καὶ ἕνα τῶν πραγμάτων κύριος ἐγεγόνει τηβέννης ἄνευ καὶ ἀρχικοῦ διαδήματος. ἦν δὲ τὴν τοῦ σώματος φυὴν εὐφυής, ἀγητὸς τὸ εἶδος, ὄρθιος ἀναβαίνων, τὴν ἡλικίαν ἡρωϊκὸς κἀν τῷ βαθεῖ γήρᾳ τὴν ὄψιν νεοειδὴς ὑγιεινότατός τε ἀνθρώπων, ὅτι μηδʼ ὀψοφάγος ἦν καὶ ἀκρατῶς ἔχων κοιλίας ὡς ζωροπότης καὶ τένθης, ἀλλὰ κατὰ τοὺς Ὁμηρικοὺς ἥρωας μάλιστα τοῖς ὀπτοῖς προσέκειτο τῷ πυρί, ὅθεν οὐδʼ ἐρυγγάνοντά τις αὐτὸν ἐθεάσατο. ἀλλʼ εἴ ποτε πλημμελῶς εἶχε στομάχου, πανημερίῳ μόγῳ τε καὶ νηστείᾳ καὶ τὸ βραχέως ἐνοχλοῦν ἀπεκρούετο ψωμῷ ἄρτου καὶ οἴνου κεράσματι ἐπιμετρῶν τὴν θεραπείαν τοῦ σώματος. οὐκοῦν οὐδʼ ἀντιδότῳ ἐχρήσατο πώποτε, εἰ μὴ ἅπαξ ἐν τῇ βασιλείᾳ, καὶ τότε τῶν ἰατρῶν εἰς τοῦτο ἐποτρυνάντων ἄκοντα, φαμένων, εἰ καὶ μὴ διʼ ἐνσκήψασαν καχέκτησιν, ἀλλʼ οὖν προφυλακῆς χάριν τὸ ἀνύσιμον χρεὼν προσενέγκασθαι φάρμακον. πιὼν τοίνυν τὸ καθάρσιον βράδιον καὶ περὶ δύνοντα ἥλιον ἀπεκένωσέ τι τοῦ ἐν φλεψὶ περιττώματος, ὥστε καὶ πρὸς τοὺς φάσκοντας τῶν ἑταίρων ἐπʼ αὐτῷ οἴεσθαι τοὺς πλείστους τὸ παλαίφατον λελέχθαι τοῦτο χρησμῴδημα „δρεπανηφόρε, τετράμηνόν σε μένει“ ἐπιμειδιῶν ἔλεγε διεψεῦσθαι προδήλως αὐτὸς γὰρ καὶ ἐνιαυτὸν ὅλον νοσηλείᾳ παντοίᾳ τοῦ σώματος διαρκέσειεν ἂν προσπαλαίων τῷ ῥωμαλέῳ πεποιθὼς τοῦ σώματος καὶ φανταζόμενος, ὡς ἔοικεν, ὡς μαλακῷ θανάτῳ δαμήσεται καὶ εἰρηνικῷ τέλει συμπερανεῖ τὴν ζωήν, τὴν δʼ ἐναντίαν τελευτὴν ἢ ἑκὼν ἀποπροσποιούμενος ἢ μὴ κατὰ νοῦν ὅλως βαλλόμενος.

Καίτοι λόγος διαρρέων καὶ ἐς ἡμᾶς ἵκετο ὡς ἵππων ἀγομένης ἁμίλλης, ἐκτείνας τὴν χεῖρα Ἀνδρόνικος δακτύλῳ ὑπέδειξε τῷ ἐξαδέλφῳ καὶ βασιλεῖ Μανουὴλ τοὺς κίονας, ὧν μέσον αὐτὸς ἀνηρτήθη, εἰπὼν ὡς ἐκεῖσε μέλλει ποτὲ βασιλεὺς ἀπαιωρηθῆναι Ῥωμαίων κακῶς παθὼν ὑπὸ τοῦ τῆς πολιτείας πληρώματος τὸν δὲ πρὸς τὴν Ἀνδρονίκου εἰσήγησιν ἀποκρίνασθαι, ἀλλʼ αὐτὸς τέως οὐκ ἐσεῖται ὁ τοῦτο πεισόμενος.

Καὶ τοιοῦτο μὲν τέλος θανάτου κατείληφε τὸν Ἀνδρόνικον....»

 


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Νόμισμα του Ανδρονίκου Κομνινού.








ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βιογραφικό Λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  του Donald Nicol, εκδ.Ελληνική Ευρωεκοδοτική

Μια σταγόνα ιστορία του Δημήτρη Καμπουράκη, εκδόσεις Πατάκη

Περί Βασιλέα Ανδρονίκου του Κομνηνού του Νικήτα Χωνιάτη

Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

Γεώργιος Αμιρούτζης


Στα τελευταία  χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εμφανίστηκαν  προσωπικότητες  με άθλια και προδοτική διαδρομή. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γεώργιος Αμιρούτζης  Έλληνας λόγιος του 15ου αιώνα. Γεννήθηκε στις αρχές του 15ου αιώνα στην Τραπεζούντα και εκπαιδεύτηκε στα σχολεία της πατρίδας του και του Βυζαντίου. Επονομάζεται επίσης και «φιλόσοφος» επειδή καταγινόταν με φιλοσοφικές μελέτες.
 
 
 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας θεωρείται πλέον ο τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Δαυίδ Κομνηνός καθώς και τα παιδιά του, Βασίλειος, Γεώργιος και Μανουήλ μαζί με τον ανιψιό και διάδοχο του θρόνου του, Αλέξιο.

Ο χαρακτήρας ήταν πονηρός, άνδρας όμορφος, επιτήδειος, είχε ψηλή κορμοστασιά και ήξερε πολύ καλά να παίζει το δοξάρι.

Η κοντινότερη, χρονολογικά, μαρτυρία ήταν αυτή του επίσης φιλότουρκου Κριτόβουλου του Ίμβριου και αυτή του χρονικογράφου Δωρόθεου που έγραψε ότι  ήταν εγγονός του Ιέγαρη από την κόρη του και πρωτεξάδερφος του Μαχμούτ Πασά. Το 1438/39 έλαβε μέρος στην Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας υπογράφοντας υπέρ της ένωσης των εκκλησιών με αντάλλαγμα χρήματα. Στη Σύνοδο της Αγια Σοφιάς το 1450 που καθαίρεσε τον πατριάρχη Γρηγόριο Γ' Μαμμή, αναδείχτηκε ως των σημαντικότερων προμάχων της ορθοδοξίας.

Ο Αμιρούτζης μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης επέστρεψε στην Τραπεζούντα και εισήλθε στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Δαβίδ Κομνηνό Μεγαλοκομνηνού, αναλαμβάνοντας το αξίωμα του πρωτοβεστιαρίου.

 


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.


Το 1461 μΧ ο Μωάμεθ Β’ περικύκλωσε την Τραπεζούντα και την πολιόρκησε μαζί με τον μεγάλο βεζίρη Μαχμούτ πασά Ανγκέλοβιτς, ο οποίος ήταν ελληνικής καταγωγής εκ της δυναστείας των Αγγέλων και επίσης ήταν εξάδελφος του Αμιρούτζη. Η πολιορκία κράτησε  32 ημέρες.

Από τοο 1459 ο Δαβίδ είχε οργάνωσει στρατό 20.000 ανδρών και ναυτική δύναμη 30 πλοίων, ενώ από τη Γένουα και τη Βενετία στάλθηκε πολεμικό υλικό.

 
Ο Δαβίδ Μεγαλοκομνηνός, που έχει κατηγορηθεί για τον αδύναμο χαρακτήρα του και την έλλειψη πολιτικής βούλησης, δεν μπορούσε να πολεμήσει με τις δυνάμεις που διέθετε και ανέθεσε στον Αμιρούτζη ανέλαβε τη διαπραγμάτευση για την παράδοση της πόλης ώστε να αποφευχθεί η σφαγή. Κατα τον Σάθα, που επικαλειται τον επίσκοπο Δωρόθεο, ο Αμιρούτζης '"εγινε αιτία να υποδουλωθεί η πατρίδα του και να καταστραφούν οι εκεί βασιλεύοντες Κομνηνοί", άποψη με την οποία συμφωνεί κι ο ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης.

Η Τραπεζούντα παραδόθηκε και έπαρχος της πόλης διορίστηκε ο Χιτήρ μπέης. Ωστόσο οι δηλώσεις, οι αρπαγές, οι σφαγές και οι κάθε είδους βιαιότητες δεν αποφεύχθηκαν και η πραγματικότητα αυτή δικαίωσε τη στάση του λαού, που επιθυμούσε τη συνέχιση της αντίστασης αντί της άνευ όρων παράδοσης.

Ο Δαβίδ μαζί με την οικογένειά του και τους θησαυρούς του αναχώρησε με πλοίο για την Κωνσταντινούπολη και από εκεί κατέληξε στο Μαύρο Όρος κοντά στις Σέρρες. Τον τελευταίο αυτοκράτορα του Πόντου ακολούθησαν –κατ’ εντολή του Μωάμεθ– και πολλές οικογένειες ευγενών Τραπεζουντίων, όπως οι Δωρανίτες, οι Καβασίτες κ.ά.

 



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η Άννα Κομνηνή, η κόρη του τελευταίου Αυτοκράτορα Τραπεζούντας Δαβίδ.


Όλες οι πηγές συμφωνούν ότι τότε συντελέσθηκε η πρώτη μεγάλη προδοσία του Αμιρούτζη που εξασφαλίστηκε από το σουλτάνο με ισόβια διατροφή.

Τόσο ο Χαλκοκονδύλης, όσο και ο Δωρόθεος συμφωνούν πως αυτός υπήρξε η αιτία της καταστροφής του βασιλικού οίκου των Μεγαλοκομνηνών, πείθοντας τον Δαβίδ να δεχτεί όρους ταπεινωτικούς και να παραδώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του στον Μωάμεθ.

Ο Αμιρούτζης φέρεται να ασπάστηκε το Ισλάμ μαζί με τους γιούς του. Ωστόσο αυτό δεν είναι βέβαιο για τον ίδιο και τον μικρότερο γιο του ο οποίος προτίμησε να υποφέρει και να γίνει δούλος παρά να αλλάξει πίστη.

Σύμφωνα με το William Miller, ήταν υπεύθυνος τo 1461 και για την προδοσία και τελικά θάνατο του Δαυίδ Κομνηνού, όταν κατέδωσε στο Μωάμεθ Β επιστολή στο Δαυίδ από την ανιψιά του Θεοδώρα ως δήθεν προσπάθεια εξέγερσης.

Ο Αμιρούτζης  θέλοντας να νυμφευθεί την χήρα του δούκα των Αθηνών απευθύνθηκε στον πατριάρχη για να επιτύχει διάλυση του γάμου του. Ο πατριάρχης Ιωάσαφ Α’ αρνήθηκε και ο Αμιρούτζης κατάφερε να πείσει τον Μωάμεθ να τον εκθρονίσει και να του ξυρίσει, ατιμωτικά, τα γένια. Παράλληλα τιμωρήθηκαν και άλλα στελέχη των πατριαρχείων.



 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Οχύρωση της Τραπεζούντος.

Πέθανε το 1475 παίζοντας ζάρια. Ο γιος του ονομάστηκε Μωάμεθ κι ανέλαβε τη μετάφραση ελληνικών κειμένων στα αραβικά και τούρκικα, η πραγματεία στην οποία τόνιζε τις «ομοιότητες» Χριστιανισμού και Ισλάμ προτείνοντας τον συγκερασμό τους. Τη διαφορά ανάμεσα στην Αγία Γραφή και το Κοράνιο θεωρεί ο Αμιρούτζης , πως πολλές φορές τη μεγαλοποίησαν οι κακές μεταφράσεις, και κατηγορεί τους Εβραίους ότι καλλιέργησαν εσκεμμένα τις τις παρεξηγήσεις.

 Έφτασε στο σημείο να εξυμνήσει με γλοιόδη τρόπο το Ισλάμ σε τέτοιο βαθμό που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί εξωμότης...

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Κωνσταντίνος Σάθας (1868). Νεοελληνική Φιλολογία, Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας 1453-1821.

 

Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

Βρετανικός βομβαρδισμός της Θεσσαλονίκης το 1943



 



Στα πρώτα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου η Θεσσαλονίκη δέχθηκε αρκετές επιθέσεις από Ιταλικά βομβαρδιστικά που προκάλεσαν καταστροφές σε διάφορα σημεία της πόλης, τις οποίες αντιμετώπισαν με αναχαιτίσεις οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας.

Σκοτώθηκαν από τους βομβαρδισμούς 232 άτομα, τραυματίστηκαν 871, ενώ 864 οικογένειες επλήγησαν σοβαρά ιδίως στις περιφερειακές συνοικίες της πόλης και κυρίως στην περιοχή ανάμεσα στις οδούς Σοφούλη (τότε Αλλατίνι) και Εθνικής Αντιστάσεως (πρώην Γράμμου-Βίτσι και τότε Γεωργικής Σχολής), όπου και το αεροδρόμιο της Μίκρας. Βομβαρδίστηκαν επίσης οι συνοικισμοί Επταλόφου, Νεάπολης, Ξηροκρήνης, Συκεών κ.ά.

Καθ όλη τη διάρκεια του πολέμου κατασκευάστηκαν σε ορισμένα σημεία της πόλης της Θεσσαλονίκης αντιαεροπορικά καταφύγια για να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Επίσης κατά τα χρόνια της κατοχής οι Γερμανοί κατασκεύασαν αντιαεροπορικά καταφύγια για να καλύψουν τις ανάγκες τους στα διάφορα μέρη της πόλης που χρησιμοποιούσαν.

Το βράδυ της 5ης Δεκεμβρίου 1943, τα εγγλέζικα αεροπλάνα βομβαρδισαν τις γερμανικές εγκαταστάσεις στο λιμάνι και τον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Αυτό είχε ως επίπτωση περί τους 500 νεκρούς.
 
 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Διαταγή απαγόρευσης της κυκλοφορίας στους οικισμούς τής Κοινότητας Ν. Κορδελιού, κατόπιν εντολής τού Διοικητή τής γερμανικής αντιαεροπορικής μονάδας, 12.5.1944 (Αρχείο εγγράφων Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου).
 

«Δεκέμβρης του 43 ήταν, βράδυ Κυριακής, όταν τα συμμαχικά αεροπλάνα έκαναν ένα φρικαλέο λάθος.

Στους προσφυγικούς συνοικισμούς της Βάρνας, της Νεάπολης και του Τόπαλτι (σημερινό Ροδοχώρι) υπήρχαν πολλές παράγκες με σκεπές από λαμαρίνες.

Γυάλιζαν οι λαμαρίνες τη νύχτα και τις ανταύγειες από τις σκεπές τις εξέλαβαν οι Εγγλέζοι πιλότοι των βομβαρδιστικών για θάλασσα, για το λιμάνι και τις επιταγμένες από τους Γερμανούς αποθήκες κι άρχισε ένας ανελέητος βομβαρδισμός ...» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο λογοτέχνης Περικλής Σφυρίδης.

 

 «Οι νεκροί θάφτηκαν άρον-άρον...Λίγες μέρες μετά τελέστηκε μνημόσυνο τους στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Παρέστη μάλιστα και ο Γερμανός διοικητής της πόλης που συλλυπείται -σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του τύπου της εποχής τους οικείους των νεκρών και μιλά για..."αχρείους δολοφόνους..." Τόσο θράσος..».

 

 

Βιβλιογραφία:

 

Ψυχή μπλε και κόκκινη του Περικλή Σφυρίδη

Αρχείο Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου.

 Εύοσμος. Η ιστορία του τόπου και των ανθρώπων του, του Κυριάκου Στ. Χατζηκυριακίδη.

Εν Κάτω Χαρμάνκιοϊ. Στα χρόνια της παράγκας και της Κατοχής, του Γιώργου Γερασίμου,  (Αδ. Ιωαννίδης-Άρ. Μπιτσώρης επιμ.).

Ο Φόρος του Αίματος στην Κατοχική Θεσσαλονίκη του Γούναρης Β

“Θεσσαλονίκη”, Επιστημονική Επετηρίδα Κέντρου Ιστορίας του     Ευάγγελος Χεκίμογλου.

 «Η πρωτεύουσα των προσφύγων» - «Κατοχικό ημερολόγιο» Γ.Ιωάννου

Μεγάλη Πλατεία του  Νίκου Μπακόλα.

Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1914 ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ


Χειμώνα του 1914 στους τέσσερις μήνες που κρατούσε η πολεμική εμπλοκή του Α ΠΠ ο οποίος  διήρκεσε διήρκεσε από τον Αύγουστο του 1914 μέχρι τις 11 Νοεμβρίου 1918, ήδη οι νεκροί ήταν πολλές χιλιάδες

Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν και  ο Πάπας Βενέδικτος ο 15ος κάνει έκκληση σε διάφορες κυβερνήσεις «να σωπάσουν τα όπλα, την ημέρα που τραγούδησαν οι άγγελοι», δηλαδή τα Χριστούγεννα.

 
 


 
 
Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής κατατέθηκε πρόταση στη γερουσία, σε μία γενική προσπάθεια ανακωχής για 20 ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, με την ελπίδα ότι θα συνεχιζόταν και μετά το πέρας της προθεσμίας.

Σύνδεσμοι φεμινιστριών της Αγγλίας έστειλαν μία επιστολή στις γυναίκες της Αυστρίας και της Γερμανίας. Οι Γερμανίδες φεμινίστριες απάντησαν με δικό τους μήνυμα, με θέμα  την αξία της ειρήνης και κατήγγειλαν τις αισχρότητες του μοντέρνου πολέμου.

Στα χαρακώματα του Βελγίου, από όπου ξεκίνησε η ανταρσία της ανακωχής, οι Γερμανοί πρώτοι στόλισαν δέντρα, όπως ήταν το έθιμό τους και ξεκίνησαν να τραγουδούν.

Ο οπλίτης Μέκελ, όπως αφηγείται σε διασωθείσες επιστολές του ο συστρατιώτης του Κουρτ Τσέμις. Γράφει σχετικά: «Ο στρατιώτης Μέκελ από τον λόχο μου, που για πολλά χρόνια είχε ζήσει στη Βρετανία, φώναξε μιλώντας αγγλικά απευθυνόμενος στο απέναντι εχθρικό χαράκωμα. Γρήγορα άρχισε μια έντονη συζήτηση».

Οι Γάλλοι και οι Άγγλοι τραγούδησαν και αυτοί. Ένας αξιωματικός των Γερμανών βγήκε και πρότεινε να μην πέσουν άλλοι πυροβολισμοί. Ευχήθηκε στα αγγλικά καλά Χριστούγεννα. Του αντευχήθηκαν και ξαφνικά άρχισαν όλοι να εύχονται, ακόμη και αν δεν καταλάβαιναν τη γλώσσα.

 


Ήταν παραμονή Χριστουγέννων. Την επόμενη μέρα, η ανακωχή ήταν απόλυτη. Το γλέντι στα χαρακώματα άρχισε, χωρίς άνωθεν εντολές.

Οι στρατιώτες όμως, εκτός από τις πατροπαράδοτες ανταλλαγές δώρων στο μέτωπο, λέγεται ότι έκαναν και κοινές προσευχές. Σίγουρα έπαιξαν ποδόσφαιρο με πάνινη μπάλα, ή τενεκεδάκια, αλλού ένας κάλυκας, αλλού κάλτσες δεμένες στρογγυλά. Τα ματς έληξαν με όλους τους φαντάρους ζωντανούς, αν και έπαιζαν με τον εχθρό. Η εκεχειρία επεκτάθηκε σε όλο το μέτωπο  απλώθηκε σε ολόκληρη τη γραμμή του μετώπου, μέχρι τις ακτές της Φλάνδρας.

Σε ορισμένες μάλιστα περιοχές, οι παρατάξεις αντάλλαζαν μεταξύ τους αγαθά όπως τσιγάρα και εφημερίδες.

 

Περίπου ένα εκατομμύριο στρατιώτες κατέβασαν τα όπλα και οι στρατηγοί έγιναν έξαλλοι. Τα μέτρα ήταν άμεσα, με τιμωρίες και μεταθέσεις αξιωματικών που ανέχθηκαν τη στάση του στρατού. Ηταν η πιο αυθόρμητη ανακωχή της παγκόσμιας ιστορίας. Ολα ξεκίνησαν πρόχειρα. Κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιο ήταν το σημείο του μετώπου απ όπου έγινε η αρχή.

 


Ένας Βρετανός ταγματάρχης επέμενε, ότι τον Γερμανό όπου τον βλέπεις, πρέπει να τον σκοτώνεις, αλλά δεν τον άκουσε κανείς.

Ο λοχαγός Α. Ντι. Τσάρτερ υπηρετούσε στο 2ο Τάγμα Γκόρντον Χαιλάντερ στο Δυτικό Μέτωπο. «Αγαπημένη μητέρα, σήμερα έζησα κάτι πρωτόγνωρο, κάτι που δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου», γράφει ο στρατιώτης και συνεχίζει, «γύρω στις δέκα η ώρα το πρωί είδα από τα χαρακώματα έναν Γερμανό στρατιώτη να κουνάει τα χέρια του. Αμέσως μετά ο ίδιος Γερμανός στρατιώτης μαζί με άλλους δύο βγήκε από το χαράκωμα και κατευθύνθηκε προς το μέρος μας. Ήμασταν έτοιμοι να τους πυροβολήσουμε όταν συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν άοπλοι. Ένας από τους δικούς μας σηκώθηκε και πήγε να τους συναντήσει στη μέση.

 

Μέσα σε δύο λεπτά η περιοχή που μας χώριζε είχε γεμίσει από στρατιώτες και αξιωματικούς των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Δώσαμε τα χέρια και ευχόμαστε ο ένας στον άλλο ‘Ευτυχισμένα Χριστούγεννα’». Η επιστολή δόθηκε στη δημοσιότητα από τη βρετανική υπηρεσία ταχυδρομείων. Ο στρατιώτης επισημαίνει επίσης ότι κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας οι δύο πλευρές τίμησαν τους νεκρούς τους με τελετές ενταφιασμού. Στρατιώτες και των δύο πλευρών έβγαζαν αναμνηστικές φωτογραφίες. «Μητέρα έδωσα κι εγώ τα χέρια με έναν αντίπαλο στρατιώτη. Είναι ολοφάνερο το πόσο θέλουν κι αυτοί να γυρίσουν πίσω τις οικογένειές τους. Οι πίπιζες ηχούσαν όλη μέρα και στρατιώτες κυκλοφορούσαν στο μέτωπο ανενόχλητοι χωρίς το φόβο του θανάτου», καταλήγει ο Βρετανός λοχαγός Τσάρτερ.

 
 


 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Οι στρατιώτες που δίνουν τα χέρια για να παίξουν ποδόσφαιρο, το γλυπτό «Ολοι μαζί τώρα», στο Λίβερπουλ, είναι αφιερωμένο στην Ανακωχή των Χριστουγέννων του 1914 (PHIL NOBLE/REUTERS).

Στην ανακωχή πήρε μέρος και ο δεκανέας Αδόλφος Χίτλερ, που φέρεται να είπε ότι τέτοιες πρωτοβουλίες θα έπρεπε να απαγορεύονται αυστηρά. Η ανακωχή δεν επαναλήφθηκε το 1915, αφού και η μάχη είχε γίνει αρκετά πιο έντονη και οι αξιωματικοί είχαν γίνει αρκετά πιο σκληροί σε τέτοια ζητήματα. Μάλιστα, είχε δοθεί εντολή να μην σταματήσουν τα πολυβόλα και αντίθετα να ρίχνουν συνεχώς, ώστε να μένουν σε εγρήγορση οι φαντάροι. Ακόμα και τότε όμως, υπάρχουν μαρτυρίες που λένε, ότι τα κανόνια που έριχναν, δεν στόχευαν στα απέναντι χαρακώματα, ώστε να μην προκληθούν απώλειες την άγια εκείνη μέρα.
 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Το περιστατικό των πολεμικών Χριστουγέννων του 1914 έγινε και κινηματογραφική ταινία, που προβλήθηκε στις αθηναϊκές αίθουσες το 2005. Εχει τον τίτλο «Καλά Χριστούγεννα» και σκηνοθετήθηκε από τον Κριστιάν Καριόν.


Στιγμιότυπο από την κινηματογραφική ταινία «Καλά Χριστούγεννα» του σκηνοθέτη Κριστιάν Καριόν, που προβλήθηκε στην Ελλάδα το 2005. Η ταινία έδειξε γλαφυρά πως οι άνθρωποι μπορούν να συμφιλιωθούν ακόμα κι όταν πολεμούν σε αντίπαλους στρατούς. Ηταν μια παράτολμη, σχεδόν απίστευτη μαζική εκδήλωση, που αιφνιδίασε τις στρατιωτικές διοικήσεις των εμπολέμων. Πρωταγωνιστές: Ο Γκιγιόν Κανέ, η Ντιάν Κρούγκερ ο Ντάνιελ Μπρουλ και ο Γκάρι Λιούις.
 



ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ

Στο βιβλίο της της Ιζαμπέλλας Παλάσκα αναφέρεται μια άγνωστη και εκπληκτική εξιστόρηση προσπάθειας του Θ Πάγκαλου να δει τον Μουσολίνι, ο ο...