Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ



Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, αναμφισβήτητα, υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές στρατιωτικές φυσιογνωμίες του καιρού του, αλλά συνάμα και ένας αξιόλογος πολιτικός και οξυδερκής διπλωμάτης, καθώς και από τη φύση του καλλιτέχνης.

Αυτοδημιούργητος στρατιωτικός ηγέτης δεν έδειξε ενδιαφέρον μόνο για όσα είχαν σχέση με το στρατιωτικό μέρος του αγώνα, αλλά ενδιαφέρθηκε σοβαρά και για τα πολιτικά δρώμενα στην εποχή του, για το πολίτευμα της λεφτερωμένης Ελλάδας, καθώς και για τα πολιτισμικά πράγματα.

Ένας βαθιά θρησκευόμενος αγωνιστής που έβλεπε ξεκάθαρα τους εθνικούς εχθρούς μας:

«....Ἕνας δικός μου ἀγωνιστής μοῦ ἔφερε καὶ μοῦ διαβασεν ἕνα παλαιὸν χαρτί, ποῦ ἔγραψεν ὁ κοντομερίτης μου Ἅγιος παπάς, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Τὸν ἐκρέμασαν εἰς ἕνα δέντρον Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι, διότι ἔτρεχεν ὁ εὐλογημένος παντοῦ καὶ ἐδίδασκεν Ἑλλάδα, Ὀρθοδοξία καὶ Γράμματα.».

 


Ἔγραφεν ὁ μακάριος ἐκεῖνος ὅτι:

 

«Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίσει, νὰ φονεύσει τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀδελφόν μου καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλει, ἔχω χρέος σὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ νὰ ὑβρίσει τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγία μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω».......».

 

Στα «οράματα και τα θαύματα» φαίνεται καθαρά ο θρησκευτικός χαρακτήρας του και η προφητική του διάθεση για την τύχη της πατρίδας

«...Πάγω να συγυρίζω εις τις εικόνες,και κλαίγοντας τελείωσα.Τηράγω απάνω και βλέπω τον αφέντη μας,τον σταυρόν,τον σταυρωμένον,την Θεοτόκον και Αγίους,και μετάνοιες η Θεοτόκο και οι άγιοι,και γονατιστοί και με τα χέρια και κλαμούς¨¨τότε απόγίνηκα και εγώ,έπεσα τα μπρούμυτα και έκλαιγα και καποτε έκανα και μετάνοιες,όταν 'στανόμουν αν είμαι ζωντανός και εις τον κόσμον¨΄ξανάσανα κομμάτι,άρχισα με το κομπολόγι,και τι έκανα,και εγώ δεν ξέρω.Τότε βλέπω όπου κοίταγα απάνω όλες αυτές τις λάψες,βγαίνει κατάμπροστά εις το στήθος του αφέντη μας γράμμα και έλεγε:    ''Η ελπίς εις τον Θεόν",μίαν μεγάλη θήτα και τόνον ''η ελπίς εις τον Θεόν θα σώσει την πατρίδα σας και θρησκεία και όλα τα έθνη και συντρίβει τους ασεβείς και δικιώνεστε"...».

Και αλλού:

«...Δι αυτό της Τουρκίας,είναι καιρός οπού είδα εις τον ύπνο μου ότι ένας λαμπροφορεμένος ως δεσπότης μου δίνει δύο χαρτιά τούρκικα και μου λέγει:Δώστα του Σπυρίδωνα,ότ'είναι τα παλιά προικοσύφωνα της Τουρκίας και να της τα δώσει,ότι εγώ έκαμα νέα.Αυτά είδα και σήμερα,Παρασκευή,εις την προσευχή μου οπού έγραψα,καράβια και άλλα,και το πενήντα θαμπωμένο....».

 

 

Κι όλα αυτά ξεκινούσαν από τον εθνισμό του και τον πατριωτισμό του. Ο ίδιος ονόμαζε τον εαυτό του «πατριδοφύλακα».

 


 

Ενα άλλο στοιχείο αξιοπρόσεκτο είναι η πολιτική οξυδέρκειά του και το πολιτικό του κριτήριο, που τον οδηγούσαν να εκφράζει, με καθαρότητα και βεβαιότητα τη σκέψη του, καθώς και να δηλώνει την άποψή του θαρρετά και σταράτα. Επίσης είναι όχι ο μόνος από τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης του 1821 που είδε τα αληθινά κίνητρα των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης, να ενδιαφερθούν γι' αυτή την εξέγερση των Ελλήνων και να αναμειχθούν ενεργά. Μάλιστα, καθώς τα είχε αποκαλύψει, υποστήριξε με σιγουριά πως είχαν έρθει τελικά με το μέρος της Ελλάδας για το δικό τους συμφέρον. Κι ακόμα, καθώς είχε επισημάνει την κακή συμπεριφορά τους απέναντι στους πατριώτες αγωνιστές και το λαό τους αποκαλούσε «σκύλους».

 

Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η παρατήρησή του πως οι Ευρωπαίοι προσπαθούσαν :

«...τους καταπολεμούν να τους φάνε, να τους χάσουνε, να τους σβήσουνε, να μην ξαναειπωθούνε Ελληνες».

Φώναζε γιὰ τὸν ἐκ Δυσμῶν κίνδυνο τῶν φραγκολατίνων:

«Μὴν ἀφήσετε, Ἅγιοί μου αὐτὰ τὰ γκιντὶ πουλημένα κριγιάτα τῆς τυραγνίας νὰ μασκαρέψουν καὶ νὰ ἀφανίσουν τοὺς Ἕλληνες».

 

 

Για την κληρονομιά της αρχαιότητας μας για τον  Πλάτωνα, Σωκράτη, Λυκούργο κι όλους τους άλλους για να υπογραμμίσει:
 "Αυτήνοι δεν τήραγαν να θησαυρίσουνε μάταια και προσωρινά, τήραγαν να φωτίσουν τον κόσμο με φώτα παντοτινά. Εντυναν τους ανθρώπους αρετή, τους γύμνωναν από την κακή διαγωγή και τοιούτως θεωρούσαν γενικώς την ανθρωπότη, και γένονταν δάσκαλοι της αλήθειας. Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή εις τους απογόνους εμάς - γύμναση της κακίας και της παραλυσίας. Τετοια αρετή έχουν, τέτοια φώτα μας δίνουν".

 
 
 

Και με όλη την αγνότητα και ειλικρίνεια που τον διακρίνουνε τους κατηγορούσε πως εφοδιάζανε τους Τούρκους με όπλα και πως προσπαθούσαν να διαιρέσουν τον ελληνικό λαό σε φατρίες. Σχετικά γράφει:
 
"Τους κατάτρεξαν οι Ευρωπαίοι τους δυστυχείς Ελληνες. Εις τις πρώτες χρονιές εφοδιάζαν τα κάστρα των Τούρκων, τους κατάτρεχαν και τους κατατρέχουν ολοένα διά να μην υπάρξουν. Η Αγγλία τούς θέλει να τους κάμει Αγγλους με τη δικαιοσύνη την αγγλική, καθώς οι Μαλτέζοι ξυπόλυτους και νηστικούς, οι Γάλλοι Γάλλους, οι Ρούσοι Ρούσους, κι ο Μετερνίκ της Αούστριας Αουστριακούς - κι όποιος τους φάγη απ' τους τέσσερους".
 
Και αλλού:
 
«... Ο Ντώκινς μάς θέλει Αγγλους, ο Ρουγάν Γάλλους, ο Κατακάζης Ρούσους και δεν αφήσετε κανένα Ελληνα - πήρε ο καθείς σας το μερίδιό του και μας καταντήσετε μπαλαρίνες σας, και μας λέτε ανάξιους της λευτεριάς μας, ότι δεν την αισθανόμαστε». «Τέτοια ηθική έχετε εσείς και προκοπή, τέτοιους καταντήσετε και μας τους δυστυχείς».

 

 

Καταγγέλλει τους Ευρωπαίους σαν  «Οι ανθρωποφάγοι» που «φτόνησαν αυτό και μας έσπειραν την αρετή τους, διχόνοια και φατρία, κατασκοπία, τις ακαθαρσίες τις δικές τους, κι έφκιασαν την πατρίδα μας παλιόψαθα με τα φύλα του Φαναριού, με την αρετή της Κεφαλλονιάς, με το μαθητή του Αλήπασα, με τον μέγα φιλόσοφο των Κορφών» δηλαδή με τον Μαυροκορδάτο, τον Μεταξά, τον Κωλέτη και τον Καποδίστρια.

Δείτε τον αυθεντικό λόγο του:

 

«...Τότε, ἐκεῖ ποὺ καθόμουν εἰς τὸ περιβόλι μου καὶ ἔτρωγα ψωμί, πονώντας ἀπὸ τὶς πληγές, ὅπου ἔλαβα εἰς τὸν ἀγώνα καὶ περισσότερο πονώντας διὰ τὶς μέσα πληγὲς ὅπου δέχομαι διὰ τὰ σημερινὰ δεινά τῆς Πατρίδος, ἦλθαν δύο ἐπιτήδειοι, ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, μισομαθεῖς καὶ ἄθρησκοι, καὶ μοῦ ξηγῶνται ἔτσι: «Πουλᾶς Ἑλλάδα, Μακρυγιάννη».

 

Ἐγώ, στὴν ἄθλιαν κατάστασίν μου, τοὺς λέγω: «Ἀδελφοί, μὲ ἀδικεῖτε. Ἑλλάδα δὲν πουλάω, νοικοκυραῖγοι μου. Τέτοιον ἀγαθὸν πολυτίμητον δὲν ἔχω εἰς τὴν πραμάτειάν μου. Μὰ καὶ νὰ τὸ ‘χα, δὲν τὸ ‘δινα κανενός. Κι’ ἂν πουλιέται Ἑλλάδα, δὲν ἀγοράζεται σήμερις, διότι κάνατε τὸν κόσμον ἐσεῖς λογιώτατοι, νὰ μὴν θέλει νὰ ἀγοράσει κάτι τέτοιο».

 

Ἔφυγαν αὐτοί. Κι’ ἔκατσα σὲ μίαν πέτραν μόνος καὶ ἔκλαιγα. Μισὸς ἄνθρωπος καταστάθηκα ἀπὸ τὸ ντουφέκι τοῦ Τούρκου, τσακίστηκα εἰς τὶς περιστάσεις τοῦ ἀγώνα καὶ…

κυνηγιέμαι καὶ σήμερον. Κυνηγιῶνται καὶ ἄλλοι ἀγωνιστὲς πολὺ καλύτεροί μου, διότι ἐγὼ εἶμαι ὁ τελευταῖος καὶ ὁ χειρότερος. Καὶ οἱ πιὸ καλύτεροι ὅλων ἀφανίστηκαν.

 

Αὐτοὶ ποὺ θυσίασαν ἀρετὴ καὶ πατριωτισμόν, γιὰ νὰ εἰπωθεῖ ἐλεύτερη ἡ Ἑλλάδα κι’ ἐχάθηκαν φαμελιὲς ὁλωσδιόλου, εἶπαν νὰ ζητήσουν ἕνα ἀποδειχτικὸν ποὺ νὰ λέγει ὅτι ἔτρεξαν κι’ αὐτοὶ εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς Πατρίδος καὶ Τοῦρκο δὲν ἄφηκαν ἀντουφέκιγο.


Πῆγε νὰ’ νεργήσει ἡ Κυβέρνηση καὶ βγῆκαν κάτι τσασίτες καὶ σπιγοῦνοι, ποὺ δουλεύουν μίσος καὶ ἰδιοτέλεια, καὶ εἶπαν «ὄχι». Καὶ εἶπαν καὶ βρισιὲς παλιὲς διὰ τοὺς ἀγωνιστές. Γιὰ νὰ μὴν πάρουν τὸ ἀποδειχτικόν, ἕνα χαρτὶ ποὺ δὲν κάνει τίποτες γρόσια.

 

Πατρίδα νὰ θυμᾶσαι ἐσὺ αὐτοὺς ὅπου, διὰ τὴν τιμὴν καὶ τὴν λευτερίαν σου, δὲν λογαρίασαν θάνατο καὶ βάσανα. Κι’ ἂν ἐσὺ τοὺς λησμονήσεις, θὰ τοὺς θυμηθοῦν οἱ πέτρες καὶ τὰ χώματα, ὅπου ἔχυσαν αἵματα καὶ δάκρυα.
 
 
 
 
 






 

Θεέ, συχώρεσε τοὺς παντίδους, ποὺ θέλουν νὰ μᾶς πάρουν τὸν ἀγέρα ποὺ ἀναπνέομεν καὶ τὴν τιμὴν ποὺ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι πήραμε. Ἐμεῖς τὸ χρέος, τὸ κατὰ δύναμιν, ἐπράξαμεν. Καὶ αὐτοὶ βγῆκαν σήμερον νὰ προκόψουν τὴν Πατρίδα. Μας γέμισαν φατρία καὶ διχόνοιαν. Και τὴν Πατρίδα δὲν τὴν θέλουν Μητέρα κοινή. Ἀμορόζα εἰς τὰ κρεβάτια τους τὴν θέλουν. Γι’ αὐτὸ περνοῦν καὶ ρεθίζουν τὸν κόσμον μὲ τέχνες καὶ καμώματα.

 

Καὶ καζαντίσαν αὐτοὶ πουγγιὰ καὶ ἀγαθὰ καὶ ἀφήκαν τοὺς ἀγωνιστές, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανὰ εἰς τὴν ἄκρην. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἀνθρώπινοι λύκοι, ποὺ φέραν δυστυχήματα καὶ κίντυνον εἰς τὸν τόπον. Ἂς ὄψονται.

 

Τότε ποὺ ἡ Τουρκιὰ ἐκατέβαινε ἀπὸ τὰ ντερβένια καὶ ὀλίγοι ἔτρεχαν μὲ ὀλίγα ντουφέκια, μὲ τριχιὲς δεμένα, νὰ πολεμήσουν, θέλοντας λευτεριὰν ἢ θάνατον, οἱ φρόνιμοι ἀσφάλιζαν τὶς φαμελιὲς τους εἰς τὰ νησιὰ κι’ αὐτοὶ τρέχαν εἰς ρεματιὲς καὶ βουνά, μὴ βλέποντας ποτὲ Τούρκου πρόσωπον. Κι’ ὅταν ἀκοῦγαν τὰ ντισμπάρκα τῶν Τούρκων, τρέχαν μακρύτερα. Τώρα θέλουν δικήν τους τὴν Πατρίδα καὶ κυνηγοῦν τοὺς ἀγωνιστές.


Ἐγίναμε θηρία ποὺ θέλουν κριγιάτα (κρέατα) ἀνθρώπινα νὰ χορτάσουν. Καὶ χωρίζουν τὸν κόσμον σὲ πατριῶτες καὶ ἀντιπατριῶτες. Αὐτοὶ γίναν οἱ σημαντικοί τῆς Πατρίδος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ χαθοῦν. Δὲν ξηγιῶνται γλυκότερα νὰ φυλάξωμεν Πατρίδα καὶ νὰ δοῦμεν λευτερίαν πραγματικήν. Ρωμαίγικον δὲν φτιάχνεται χωρὶς οὖλλοι νὰ θυσιάσουν ἀρετὴν καὶ πατριωτισμόν. Καὶ χωρὶς νὰ πάψει ἡ μέσα, ἡ δική μας τυραγνία.

 

Καί βγῆκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνῆτες, Ἕλληνες, σπορὰ τῆς ἐβραιουργιᾶς, ποὺ εἶπαν νὰ μᾶς σβήσουν τὴν Ἁγία Πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, διότι ἡ Φραγκιὰ δὲν μᾶς θέλει μὲ τέτοιο ντύμα Ὀρθόδοξον. Και ἐκάθησα καὶ ἔκλαιγα διὰ τὰ νέα παθήματα. Καὶ ἐπῆγα πάλιν εἰς τοὺς φίλους μου τοὺς Ἁγίους. Ἄναψα τὰ καντήλια καὶ ἐλιβάνισα λιβάνιν καλὸν ἁγιορείτικον.


Καὶ σκουπίζοντας τὰ δάκρυά μου τοὺς εἶπα:

 

«Δὲν βλέπετε ποῦ θέλουν νὰ κάμουν τὴν Ἑλλάδα παλιοψάθα; Βοηθεῖστε, διότι μᾶς παίρνουν, αὐτοὶ οἱ μισοέλληνες καὶ ἄθρησκοι, ὅ,τι πολυτίμητον τζιβαϊρικὸν ἔχομεν. Φραγκεμένους μᾶς θέλουν τὰ τσογλάνια τοῦ τρισκατάρατου τοῦ Πάπα. Μὴν ἀφήσετε, Ἅγιοί μου αὐτὰ τὰ γκιντὶ πουλημένα κριγιάτα τῆς τυραγνίας νὰ μασκαρέψουν καὶ νὰ ἀφανίσουν τοὺς Ἕλληνες, κάνοντας περισσότερα κακὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ καταδέχθηκεν ὁ Τοῦρκος ὡς τίμιος ἐχθρός μας».....».

 


 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Απομνημονεύματα του Ι Μακρυγιάννη

Ριζοσπάστης, 7/4/1999

Οράματα και Θάματα του Ι Μακρυγιάννη

 

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2020

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΑΡΚΟΥ ΒΑΦΕΙΑΔΗ ΣΕ ΝΙΚΟ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ

Η επιστολή του 1948,  του Μάρκου Βαφειάδη στον Νίκο Ζαχαριάδη είναι αποκαλυπτική και ταυτόχρονα αποτελεί παραδοχή των σκοπών και των στόχων του ΚΚΕ.
 


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Μάρκος Βαφειάδης με τον Νίκο Ζαχαριάδη πριν εμφανιστούν τα προβλήματα στις σχέσεις τους.



«Σύντροφε,

 

        Ως αρχηγός του Ελληνικού Δημοκρατικού Στρατού, είμαι υποχρεωμένος να σας επαναλάβω εγγράφως τα όσα σας εξέθεσα προφορικώς προ της αναχωρήσεώς σας διά Μόσχαν, λόγω της στρατιωτικής τακτικής, την οποίαν ακολουθούν το Στρατιωτικόν Αρχηγείον και η Κυβέρνησις της Μόσχας.

        Γνωρίζετε καλώς το ιστορικόν μήνυμα του συντρόφου Στάλιν του Δεκεμβρίου 1944, το οποίον μας παρακίνησε να κηρύξωμεν την λαϊκήν εξέγερσιν με τα γνωστά και τραγικά αποτελέσματα, άτινα μας ωδήγησαν εις Βάρκιζαν και άτινα οφείλονται εις το γεγονός ότι, όταν απηυθύνθημεν διά βοήθειαν προς την Μόσχαν, ο σύντροφος Στάλιν, λησμονών τας υποσχέσεις του, ωμίλησε περί διπλωματικών υποχρεώσεων.

         Ότε, τέλος, η Γερμανία ηττήθη, ο σύντροφος Στάλιν αντελήφθη ότι ήτο ελεύθερος πλέον να δράση και ότι ηδύνατο να στραφή πρός την γωνίαν εκείνην του κόσμου, την αποκαλούμενην Ελλάδα, γνωρίζων ότι αυτή του ήτο απαραίτητος διά την συμπλήρωσιν των φιλόδοξων του σχεδίων, γεγονός όπερ εξεμεταλλεύθημεν διά να φέρωμεν εις πέρας την πολιτικήν μας της συστάσεως Λαϊκής Δημοκρατίας εις τήν χώραν μας και διά να πραγματοποιηθή ούτω το όνειρόν μας, το οποίον επί 28 έτη μας έβγαζεν είς το περιθώριον (δηλαδή διαδηλώσεις, οχλαγωγίαι εις τας οδούς). Διά τον λόγον τούτον συνηντήθημεν εις το Κογκρέσσον του Πέτριτς τον Δεκέμβριον του 1945, έν ολόκληρον έτος μετά τα Δεκεμβριανά γεγονότα, και απεφασίσαμεν όπως ο λαός, όστις επί εν έτος και πλέον ευρίσκετο εις φιλικάς χώρας ίνα αποφύγη την δικαιοσύνην ως αποτέλεσμα των διπλωματικών υποχρεώσεων του Στάλιν, ήτο ο μοναδικός ο δυνάμενος να πραγματοποιήση με βεβαιότητα τας μεταρρυθμίσεις εις τας οποίας απεβλέπαμεν. Ο αγών ήτο απαραίτητος και διά τον αγώνα τούτον απητείτο αρχηγός διά να τόν διευθύνη. Ως τέτοιον με εδιαλέξατε, επειδή εγνωρίζατε τον αγώνα μου υπέρ της δημοκρατίας και υπέρ του λαού.

          Από της στιγμής εκείνης, η πρώτη ομάς του Ελληνικού Δημοκρατικού Στρατού είχε σχηματισθή. Τα αρχηγεία του εγκατέσταθησαν εις Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Κατόπιν διαταγής του συντρόφου Στάλιν πρός τους βορείους γείτονάς μας, ο εφοδιασμός μας με όπλα και πυρομαχικά ήρχισε να καταφθάνη, διά να δυνηθώμεν να βαδίσωμεν πρός τας Αθήνας, προκαλούντες την εξέγερσιν ενός εκάστου χωρίου μέχρι της εκεί αφίξεώς μας. Αλλά μετά την διέλευσιν των συνόρων, αντελήφθημεν ότι με 4.000 άνδρας, ευρισκομένους τότε εις Αλβανίαν, Βουλγαρίαν και Γιουγκοσλαβίαν, ήτο αδύνατον να κερδίσωμεν τον αγώνα. Διά τον λόγον τούτον υπεγράψαμεν σειρά συμφωνιών με τας Κυβερνήσεις των άνω χωρών, βάσει των οποίων ελάβαμεν νέαν βοήθειαν, νέα κέντρα εκπαιδεύσεως δι’ επί πλέον άνδρας, τους οποίους έπρεπε να κινητοποιήσωμεν διά τον Δημοκρατικόν Στρατόν, τους μέν διά της βίας, τους δέ εθελοντικώς.

          Από της στιγμής εκείνης ηρχίσαμε να εξαναγκάζωμεν τα μεγάλα και μικρά χωριά της Ελλάδος εις εξέγερσιν, συμπεριλαμβανομένην εις αυτό τούτο το επιτελικόν σχέδιον των συμμάχων μας, διά να δυνηθώμεν να προκαλέσωμεν την οικονομικήν κατάρρευσιν της χώρας και να εξαναγκάσωμεν την Κυβέρνησιν των Αθηνών να μας δεχθή εις τας γραμμάς της, όπερ θα εσήμαινε το πρώτον βήμα προς κατάληψιν της εξουσίας.

Ότε όμως αντελήφθημεν ότι η Κυβέρνησις των Αθηνών ήτο αποφασισμένη να εξοφλήση άπαξ διά παντός τας διαφοράς της μεθ’ ημών, απεφασίσαμεν να δημιουργήσωμεν κανονικόν στρατόν εκ 50.000 ανδρών, διά να καταλάβωμεν, τη βοηθεία των ενόπλων δυνάμεων, την κυβέρνησιν.

Το αντίτιμον της επιτεύξεως των άνω ήτο η υπέρ των γειτόνων μας νέα διευθέτησις των συνόρων μας και η εκ των προτέρων αποδοχή των δυσμενών όρων του συμφώνου ειρήνης. Ούτως ο σύντροφος Στάλιν έφερεν εις πέρας τους σκοπούς του σχετικώς πρός την Αλβανίαν, Γιουγκοσλαβίαν και Βουλγαρίαν, δίδων εις αυτάς όσα ήθελαν εις βάρος μας, διά να δυνηθώμεν να προβώμεν εις την απόπειραν συντρίψεως του Έλληνος πολεμιστού, του παραδείγματος τούτου του θάρρους. Ότε όμως αντελήφθημεν την ανάγκην ενός στρατού, ενός μεγάλου στρατού, εζητήσαμεν εκ νέου συνδιαλλαγήν και εκ νέου, ο Στάλιν μέσω του Μολότωφ μας είπεν: «Συνεχίσατε. Θα οπλίσωμεν τους φίλους των δημοκρατιών, ίνα δυνηθούν να σας βοηθήσουν». Και τούτο, επειδή ο σκοπός της Ρωσίας να βάλη πόδι εις την Ελλάδα, ήρχισε να ματαιώνεται.

          Επιστεύσαμεν και συνεχίσαμεν. Ούτως αι Ξέναι Λεγεώνες εσχηματίσθησαν το 1947 και συνεστήσαμεν την πρώτην επιτροπήν της Δημοκρατικής Κυβερνήσως. Αλλά, έκτοτε, ο σύντροφος Μολότωφ, πάντα χάριν της διπλωματίας, συνεχώς ανέβαλλε την είσοδόν των εις τον πόλεμον και ήλθεν ο Δεκέμβριος του 1947, ότε μας είπεν: «Σχηματίσατε επίσημον κυβέρνησιν και αναγγείλατε εις τον ελληνικόν λαόν την απόφασίν σας να συνεχίσητε τον αγώνα μέχρι νίκης και θα σας αναγνωρίσωμεν αμέσως ως επίσημον κυβέρνησιν της χώρας». Επράξαμε τούτο. Ανηγγείλαμεν τον σχηματισμόν της κυβέρνησεως και ανέλαβον την πρωθυπουργίαν, διά να ίδη ο λαός ότι αύτη ευρίσκετο εις χείρας ανθρώπου αποφασισμένου να νικήση. Διέταξα την κατάληψιν της Κόνιτσας ως έδρα κυβενήσεως, διότι είχον υπ’ όψιν την του στρατηγού Πόποβιτς δήλωσιν ότι η επίθεσις κατά της Φλωρίνης θα διενεργηθή ταυτοχρόνως υπό των Ξένων Λεγεωνών. Αλλά εν συνεχεία η επίθεσις ανεβλήθη μέχρι νέας διαταγής, καθώς και η αναγνώρισις της κυβερνήσεως, μέχρις ότου η Μόσχα ιδή ποία θα ήτο η αντίδρασις των Βρεταννών και Αμερικανών.

 

          Το κορύφωμα όλων ήτο το γεγονός ότι, κατά το κρίσιμον στάδιον της μάχης της Κόνιτσας, τα πυρομαχικά δέν έφθασαν εγκαίρως και, παρά την υπεροχήν και τας ευνοϊκωτέρας θέσεις μας, εχάσαμεν την μάχην.

 

          Ίσως μου πήτε: «¨Ουδέποτε εμείναμε χωρίς πυρομαχικά». Απαντώ: «Ναί. Αλλά ο στρατιώτης του Δημοκρατικού Στρατού, ως γνωρίζετε, πολεμά μόνον μέχρις ότου βλέπει ότι υπάρχουν εφεδρείαι. Όταν αντιλαμβάνεται την έλλειψίν των, αποφασίζει μόνος του. Και τότε συνέβη ό,τι είδομεν. Επίπληξις επί επιπλήξεων ότι οι αρχηγοί δεν εκτελούσαν τας αποστολάς όπως έπρεπε. Διά τούτο το κύρος του Δημοκρατικού Στρατού έπεσε χαμηλά».

         Σάς εκάλεσαν εις την Μόσχαν, διά να δυνηθή ο σύντροφος Μολότωφ να σας ειπή εκ νέου ότι αντιλαμβάνεται την κατάστασιν της κυβερνήσεως του στρατηγού, αλλ’ ότι ήτο αναγκασμένος να περιμένη τους άλλους να κάνουν το πρώτον βήμα χάριν της διπλωματίας. Και οι άλλοι λέγουν ότι, εφ’ όσον οι Δορυφόροι την αναγνωρίσουν, θα ενεργήσωμεν καταλλήλως. Αποτέλεσμα δι’ ημάς μηδέν.

         Εν τω μεταξύ η αρχηγία του Στρατού βαθμιαίως μετεφέρθη εις το Γενικόν Επιτελείον του Ο.Ρ.Β. (σ.σ: Ομοσπονδιακός Γιουγκοσλαβικός Στρατός) και εφθάσαμεν εις το σημείον να εκτελούμεν οδηγίας χωρίς να έχωμεν το δικαίωμα πρωτοβουλίας και να μας ξεγελούν και οι μέν και οι δέ, ενώ ούτοι ήδη έλαβον τα όσα είχον ανάγκην βάσει της υπογραφείσης συμφωνίας. Ημείς ουδέν ελάβαμεν μέχρι τούδε.

         Αφού σας εξέθεσα όλα ταύτα, τα οποία αποτελούν την καθαράν αλήθειαν, πιστεύσατέ με, σύντροφε Ζαχαριάδη, είμαι τώρα αποφασιμένος, εφ’ όσον τα Τίρανα, το Βελιγράδιον, η Σόφια και η Μόσχα δεν εκπληρώσουν τας υποσχέσεις των, να ακολουθήσω το μονοπάτι του στρατιώτου, όστις επολέμησε και ηττήθη. Επειδή, πρέπει να γνωρίζετε, ότι ο στρατηγός Πόποβιτς είναι εκείνος όστις θα συντρίψη κάθε πέτραν εις την Ελλάδα και αναγκαστικώς θα βυθισθώμεν εις το χρέος, δέκα φορές πιο βαθειά παρά πρότερον, διά να ανασυγκροτήσωμεν την Ελλάδα. Ο αγών μας επομένως είναι άσκοπος, εφ’ όσον θα μας προκαλέση μεγαλυτέραν συμφοράν.

         Μπορείτε να διαβιβάσατε την παρούσαν επιστολήν εις το Πολιτικόν Γραφείον του Κ.Κ. Ελλάδος, ίνα γίνη σχετική εκτίμησις των όσων εξέθεσα και ληφθή απόφασις ως πρός το μέλλον.

 

              Με συντροφικούς χαιρετισμούς

στρατηγός ΜΑΡΚΟΣ.  

 


 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Στην επιστολή του ο Μάρκος Βαφειάδης περιγράφει τις σχέσεις εξάρτησης του ΚΚΕ με του γείτονες της Ελλάδας και την ΕΣΣΔ.

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Κατά Λεωκράτους







ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο  Κατά Λεωκράτους λόγος διδασκόταν στα Γυμνάσια, στην εποχή των σκανδάλων και της παρακμής σήμερα πολύ αμφιβάλω αν τον διδάσκουν.



Ο Λυκούργος (390 π.Χ. - 324 π.Χ.) ήταν Αθηναίος πολιτικός και ρήτορας που συμπεριλαμβάνεται στον «Κανόνα των δέκα αττικών ρητόρων», στην περίοδο που είχε αρχίσει να συνέρχεται, η Αθήνα, μετά το βαρύ πλήγμα του Πελοποννησιακού πολέμου και την περιπέτεια των τριάκοντα τυράννων, άνηκε στην  αντιμακεδονικής μερίδας και ήταν σύμμαχος των μεγάλων ρητόρων Δημοσθένη και Υπερείδη. Καταγόταν από τη διακεκριμένη αθηναϊκή οικογένεια των Ετεοβουταδών και ήταν γιος του Λυκόφρονος.

 

Η ζωή του Λυκούργου συνδέεται με την εμφάνιση του Φιλίππου, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και της παρακμής της Σπάρτης και των Θηβών, ιδιαίτερα μετά τη μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ. και την ήττα του Αθηναϊκού και του Θηβαϊκού στρατού.

 

Οι Αθηναίοι, μετά την ήττα τους, στη Χαιρώνεια, φοβήθηκαν μήπως ο Φίλιππος επιτεθεί εναντίον της πόλεώς των. Για να εξασφαλίσουν την άμυνά της έλαβαν έκτακτα μέτρα. ένα από αυτά τα μέτρα ήταν η απαγόρευση της εξόδου (φυγής) των Αθηναίων πολιτών από αυτήν.

 

Η εκκλησία του Δήμου ψήφισε:

 

Ψήφισμα

 

«Μήτε τινά έξω γενέσθαι της πόλεως

Μήτε μην εκθέσθαι παίδας και γυναίκας»

 

(μήτε να εξέλθει κανείς από την πόλη,

μήτε να εξαποστείλουν οι Αθηναίοι τα παιδιά

και τις γυναίκες τους σ' άλλα μέρη)

 

Το ψήφισμα αυτό παραβίασε ένας πλούσιος Αθηναίος εργοστασιάρχης χαλκουργός, ονόματι Λεωκράτης. Η δειλία του Λεωκράτη και ο φόβος του, τον έκαναν να πάρει την οικογένειά του και όσα κινητά μπόρεσε και να φύγει κρυφά, για τη Ρόδο το 331 π.Χ. Δεν έφθανε αυτό. Ο Λεωκράτης, πρόλαβε να καταφύγει στη Ρόδο κάποιες ώρες πριν από την ψήφισή του νόμου.

Φθάνοντας στη Ρόδιο για να δικαιολογήσει τη φυγή του είπε ψέματα, ότι οι Μακεδόνες κατέλαβαν την Αθήνα και πολιορκούν τον Πειραιά. Η ανακρίβεια αυτή, για τους Αθηναίους είχε μεγάλες συνέπειες, διότι οι Ρόδιοι «μπλοκάρανε», εμπόδισαν όλα τα «σιταγωγά» πλοία (που ήταν φορτωμένα με σιτάρι) να έλθουν προς τον Πειραιά.

 


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ :  Χώρος όπου συνεδρίαζε η Ηλιαία, το κυριότερο δικαστήριο του Αθηναϊκού κράτους. 




«Μετὰ τὰ ἐν Χαιρωνείᾳ δεινὰ ψήφισμα ποιεῖ ὁ τῶν Ἀθηναίω δῆμος, ὥστε μήτε τινὰ ἔξω γενέσθαι τῆς πόλεως, μήτε μὴν ἐκθέσθαι παῖδας καὶ γυναῖκας. Λεωκράτης οὖν τις ἐξελθὼν τῆς πόλεως, καὶ ἀφικόμενος ἐν Ῥόδῳ καὶ πάλιν ἐν Μεγάροις, ἦλθεν ἐν Ἀθήναις: καὶ παρρησιαζομένου αὐτοῦ κατηγορίαν ποιεῖται ὁ Λυκοῦργος αὐτοῦ ὡς προδότου.

ἡ δὲ στάσις ὅρος ἀντονομάζων: ὁμολογεῖ γὰρ καὶ ὁ Λεωκράτης ἀπολιπεῖν τὴν πόλιν οὐ μέντοι προδιδόναι. ἄλλοι στοχασμὸν ἀπὸ γνώμης, ὡς τοῦ μὲν ἐξελθεῖν ὁμολογουμένου, ἀμφιβαλλομένης δὲ τῆς προαιρέσεως, ποίᾳ γνώμῃ ἐξῆλθεν, εἴτ᾽ ἐπὶ προδοσίᾳ εἴτ᾽ ἐπὶ ἐμπορίᾳ. ἄλλοι δὲ ἀντίστασιν: λέγει γὰρ οὐκ ἐπὶ προδοσίᾳ τῆς πόλεως ἐξελθεῖν, ἀλλ᾽ ἐπὶ ἐμπορίᾳ. ἔοικε δὲ ἡ τοῦ λόγου ὑπόθεσις τῇ τοῦ κατὰ Αὐτολύκου.».

Ο Λεωκράτης, μετά από τρία χρόνια ήρθε στα Μέγαρα και έκανε τον έμπορο. Μετά από πέντε χρόνια, από τα Μέγαρα ήρθε στην Αθήνα και προκλητικά «βολτάριζε».

Ο Λυκούργος, άνθρωπος άτεγκτος, ηθικός, άκαμπτος, αλύγιστος, σκληρός, αδιάλλακτος, φιλόπατρις, υπερασπιστής της Δημοκρατίας, εχθρός της «καθηκοντοφυγιάς» και εχθρός αυτών που αρνούνται των στρατιωτικών υπηρεσιών προς την πατρίδα και φυγόστρατων, χωρίς κανένα ενδοιασμό, πολλές φορές είχε ζητήσει την θανατική καταδίκη, όσων αθετούσαν το προς την πατρίδα χρέος (κατά των Λυσικλή, Δημάδη, Μενέσαιχμου και Διηφίλου) και όσων ακολουθούσαν τακτική «φιλοτομαριστική».

Έτσι και στην περίπτωση του Λεωκράτη, βλέποντας ο Λυκούργος την προκλητική του συμπεριφορά, να κυκλοφορεί ελεύθερα και αναίσχυντα, τον Λεωκράτη, που είχε επαίσχυντα εγκαταλείψει την πόλη, την ώρα του κινδύνου, τον εμήνυσε για εσχάτη προδοσία στην εκκλησία του Δήμου.

Τόση ήταν η αυστρότητά του Λυκούργου στη διατύπωση των κατηγοριών του, ώστε οι αρχαίοι έλεγαν:

«Τον Λυκούργον ου μέλανι αλλά θανάτω χρίοντι (βρέχοντας) τον κάλαμον κατά των πονηρών ούτω συγγράφειν.».

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς γράφει για το ρήτορα:

«Ὁ δὲ Λυκοῦργος ἔστι διὰ παντὸς αὐξητικός, καὶ διῃρμένος, καὶ σεμνός, καὶ ὅλος κατηγορικός, καὶ φιλαλήθης, καὶ παρρησιαστικός• οὐ μὴν ἀστεῖος, οὐδὲ ἡδύς, ἀλλ' ἀναγκαῖος. Τούτου χρὴ ζηλοῦν μάλιστα τὰς δεινώσεις».

Η εκκλησία δέχθηκε την κατηγορία και τον παρέπεμψε (τον Λεωκράτη), στην Ηλιαία (ορκωτό λαϊκό δικαστήριο), στους «ομωκότες» δικαστές, που ήταν 5.000 (500 από κάθε φυλή. Οι φυλές ήταν 10). Οι 5.000 ηλιασταί χωριζόντουσαν σε 10 τμήματα.

Η δίκη αυτή έγινε το 330 π.Χ. ενώπιον ενός τμήματος που το αποτελούσαν 500 δικαστές και ενώπιον αυτών ο Λυκούργος εξεφώνησε τον κατά Λεωκράτους λόγο του.

Ο Λεωκράτης λόγω ισοψηφίας αθωώθηκε.

Στην αρχαία Αθήνα σε περίπτωση ισοψηφίας, νικητής αναδεικνυόταν ο κατηγορούμενος, διότι είχε υπέρ αυτού τη ψήφο της θεάς Αθηνάς.

Ο Λυκούργος με την αγόρευσή του συγκινεί με την ευγένειά του, την ηθική μεγαλοπρέπειά του και τον πατριωτισμό του. Διακρίνεται για τον ηθικό χαρακτήρα του και την άτεγκτη θέση του. Διακρίνεται για την ηθική του ανωτερότητα. Είναι ένας λόγος κατά των προδοτών, λιποτακτών, φυγοστράτων, των ασεβών, αγνωμόνων, καταχραστών του δημοσίου πλούτου.

Στην αρχαιότητα σώζονταν δεκαπέντε δικανικοί του λόγοι. Δύο απ' αυτούς εκφώνησε ο ίδιος στο δικαστήριο, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του σε δίκες λογοδοσίας (εύθυνα).

Ο  Κατά Λεωκράτους λόγος του σώθηκε, ο ρήτορας εστιάζει στην ηθική και όχι τη νομική πλευρά του ζητήματος.

Μια ανάλογη καταγγελία διατύπωσε ο Λυκούργος και εναντίον ενός άλλου πολίτη, του Αυτόλυκου.

 

Στο λόγο του  βρίσκουμε πολυάριθμα παραθέματα από ποιητές, ανάμεσά τους και μια "ρήση" από τον Ερεχθέα του Ευριπίδη. Η επίδραση του Ισοκράτη είναι εμφανής στο ύφος του λόγου του.

 
 
 



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ :  Η αυτοθυσία του Κόδρου.




ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ, ΚΑΤΑ ΛΕΩΚΡΑΤΟΥΣ

 

ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 83–89

Η αυτοθυσία του Κόδρου και η συμπεριφορά του Λεωκράτη

 

Καίτοι, ὦ ἄνδρες, μόνοις ὑμῖν τῶν Ἑλλήνων οὐκ ἔστιν

 οὐδὲν τούτων περιιδεῖν. βούλομαι δὲ μικρὰ τῶν παλαιῶν

 ὑμῖν διελθεῖν, οἷς παραδείγμασι χρώμενοι καὶ περὶ τούτων

 καὶ περὶ τῶν ἄλλων βέλτιον βουλεύσεσθε. τοῦτο γὰρ

 ἔχει μέγιστον ἡ πόλις ὑμῶν ἀγαθόν, ὅτι τῶν καλῶν ἔργων

 παράδειγμα τοῖς Ἕλλησι γέγονεν• ὅσον γὰρ τῷ χρόνῳ

 πασῶν ἐστιν ἀρχαιοτάτη, τοσοῦτον οἱ πρόγονοι ἡμῶν τῶν

 ἄλλων ἀνθρώπων ἀρετῇ διενηνόχασιν. 
 
 
ἐπὶ Κόδρου γὰρ βασιλεύοντος Πελοποννησίοις γενομένης ἀφορίας κατὰ

 τὴν χώραν αὐτῶν ἔδοξε στρατεύειν ἐπὶ τὴν πόλιν ἡμῶν,

καὶ ἡμῶν τοὺς προγόνους ἐξαναστήσαντας κατανείμα-

σθαι τὴν χώραν. καὶ πρῶτον μὲν εἰς Δελφοὺς ἀποστείλαντες

 τὸν θεὸν ἐπηρώτων εἰ λήψονται τὰς Ἀθήνας• ἀνελόντος

 δὲ τοῦ θεοῦ αὐτοῖς ὅτι τὴν πόλιν αἱρήσουσιν ἂν μὴ

 τὸν βασιλέα τὸν Ἀθηναίων Κόδρον ἀποκτείνωσιν, ἐστρά-

τευον ἐπὶ τὰς Ἀθήνας. 
 
 
 Κλεόμαντις δὲ τῶν Δελφῶν τις πυθόμενος τὸ χρηστήριον δι’ ἀπορρήτων ἐξήγγειλε τοῖς

 Ἀθηναίοις• οὕτως οἱ πρόγονοι ἡμῶν, ὡς ἔοικε, καὶ τοὺς

 ἔξωθεν ἀνθρώπους εὔνους ἔχοντες διετέλουν. ἐμβαλόντων

 δὲ τῶν Πελοποννησίων εἰς τὴν Ἀττικήν, τί ποιοῦσιν οἱ

 πρόγονοι ἡμῶν, ὦ ἄνδρες δικασταί; οὐ καταλιπόντες τὴν

 χώραν ὥσπερ Λεωκράτης ᾤχοντο οὐδ’ ἔκδοτον τὴν θρε-

ψαμένην καὶ τὰ ἱερὰ τοῖς πολεμίοις παρέδοσαν, ἀλλ’ ὀλί-

γοι ὄντες κατακλῃσθέντες ἐπολιορκοῦντο καὶ διεκαρτέ-

ρουν εἰς τὴν πατρίδα. 
 
 
καὶ οὕτως ἦσαν, ὦ ἄνδρες, γενναῖοι οἱ τότε βασιλεύοντες ὥστε προῃροῦντο ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ

 τῆς τῶν ἀρχομένων σωτηρίας μᾶλλον ἢ ζῶντες ἑτέραν

 μεταλλάξαι χώραν. φασὶ γοῦν τὸν Κόδρον παραγ-

γείλαντα τοῖς Ἀθηναίοις προσέχειν ὅταν τελευτήσῃ τὸν

 βίον, λαβόντα πτωχικὴν στολὴν ὅπως ἂν ἀπατήσῃ

 τοὺς πολεμίους, κατὰ τὰς πύλας ὑποδύντα φρύγανα

 συλλέγειν πρὸ τῆς πόλεως, προσελθόντων δ’ αὐτῷ

 δυοῖν ἀνδρῶν ἐκ τοῦ στρατοπέδου καὶ τὰ κατὰ τὴν

 πόλιν πυνθανομένων, τὸν ἕτερον αὐτῶν ἀποκτεῖναι τῷ

 δρεπάνῳ παίσαντα τὸν δὲ περιλελειμμένον, 
 
 
 παροξυνθέντα τῷ Κόδρῳ καὶ νομίσαντα πτωχὸν εἶναι, σπασάμενον

 τὸ ξίφος ἀποκτεῖναι τὸν Κόδρον. τούτων δὲ γενομένων

 οἱ μὲν Ἀθηναῖοι κήρυκα πέμψαντες ἠξίουν δοῦναι τὸν

 βασιλέα θάψαι, λέγοντες αὐτοῖς ἅπασαν τὴν ἀλήθειαν•

οἱ δὲ Πελοποννήσιοι τοῦτον μὲν ἀπέδοσαν, γνόντες δ’

ὡς οὐκέτι δυνατὸν αὐτοῖς τὴν χώραν κατασχεῖν ἀπεχώ-

ρησαν. τῷ δὲ Κλεομάντει τῷ Δελφῷ ἡ πόλις αὐτῷ τε καὶ

 ἐκγόνοις ἐν πρυτανείῳ ἀίδιον σίτησιν ἔδοσαν. 
 
 
 ἆρά γ’ ὁμοίως ἐφίλουν τὴν πατρίδα Λεωκράτει οἱ τότε βασιλεύοντες,

οἵ γε προῃροῦντο τοὺς πολεμίους ἐξαπατῶντες ἀποθνῄ-

σκειν ὑπὲρ αὐτῆς καὶ τὴν ἰδίαν ψυχὴν ἀντὶ τῆς κοινῆς

 σωτηρίας ἀντικαταλλάττεσθαι; τοιγαροῦν μονώτατοι ἐπ-

ώνυμοι τῆς χώρας εἰσὶν ἰσοθέων τιμῶν τετυχηκότες,

εἰκότως• ὑπὲρ ἧς γὰρ οὕτω σφόδρα ἐσπούδαζον, δι-

καίως ταύτης καὶ τεθνεῶτες ἐκληρονόμουν. 
 
 
 ἀλλὰ Λεωκράτης οὔτε ζῶν οὔτε τεθνεὼς δικαίως ἂν αὐτῆς μετά-

σχοι, μονώτατος <δ’> ἂν προσηκόντως ἐξορισθείη τῆς

 χώρας, ἣν ἐγκαταλιπὼν τοῖς πολεμίοις ᾤχετο• οὐδὲ γὰρ

 καλὸν τὴν αὐτὴν καλύπτειν τοὺς τῇ ἀρετῇ διαφέροντας

 καὶ τὸν κάκιστον πάντων ἀνθρώπων.

 

 





Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Λυκούργος. Κατά Λεωκράτους. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Και όμως, ω άνδρες, εις μόνους υμάς εκ των Ελλήνων δεν επιτρέπεται τίποτε εκ τούτων να παραβλέψητε. Επιθυμώ δε ολίγα από τα παλαιά να αναφέρω, τα οποία μεταχειριζόμενοι σεις ως παραδείγματα και περί του παρόντος και περί των άλλων ζητημάτων καλλίτερον να στοχάζεσθε. Διότι ακριβώς τούτο έχει η πόλις ημών μέγιστον αγαθόν, ότι παράδειγμα των ωραίων έργων έχει γίνει διά τους Έλληνας• επειδή όσον κατά την ηλικίαν η πόλις μας είναι αρχαιοτέρα πασών των άλλων, τοσούτον και οι πρόγονοι ημών κατά την ευγένειαν και την ανδρείαν υπερτερούσι των άλλων ανθρώπων.

Ούτω την εποχήν καθ' ην εβασίλευεν ενταύθα ο Κόδρος συνέβη να καταλάβη την χώραν των αφορία και δι' αυτό απεφάσισαν να εκστρατεύσουν εναντίον της πόλεώς μας και εκδιώκοντες τους προγόνους μας να διανεμηθούν την χώραν μας. Και κατά πρώτον μεν αποστείλαντες ανθρώπους εις τους Δελφούς ηρώτων τον θεόν αν θα καταλάβουν τας Αθήνας• αποκριθέντος δε του θεού ότι θα καταλάβουν την πόλιν εάν δεν φονεύσουν τον βασιλέα των Αθηναίων Κόδρον, εξεστράτευσαν εναντίον των Αθηνών. Κάποιος όμως από τους Δελφούς Κλεόμαντις πληροφορηθείς το χρησμοδοτηθέν το παρήγγειλε κρυφίως εις τους Αθηναίους• ούτω δε, ως εκ τούτου φαίνεται, οι πρόγονοί μας και τους ξένους είχον ευνοϊκώς προς αυτούς διατελούντας. Όταν δε εισέβαλον εις την Αττικήν οι Πελοποννήσιοι, τι πράττουν οι πρόγονοί μας, ω άνδρες δικασταί; Δεν έφυγον εγκαταλείψαντες την χώραν, καθ' ον τρόπον ο Λεωκράτης, ούτε ανυπεράσπιστον την εκθρέψασαν αυτούς πατρίδα και τα ιερά αυτών παρέδοσαν, αλλά μολονότι ήσαν ολίγοι, κλεισθέντες πανταχόθεν επολιορκούντο και υπέμενον τα πάντα εις την πατρίδα.

Και ούτω, ω άνδρες, ευγενείς ήσαν οι τότε βασιλεύοντες, ώστε προετίμων μάλλον να αποθνήσκουν υπέρ της σωτηρίας των υπηκόων των παρά να ζήσουν ανταλλάσσοντες την χώραν των με άλλην. Και διηγούνται λοιπόν ότι ο Κόδρος, αφού παρήγγειλεν εις τους Αθηναίους να αγρυπνούν επί πάντων όταν εκείνος θα έχη αφήσει την ζωήν, λαβών ένδυμα επαίτου, όπως εξαπατήση τους εχθρούς, και υπεξελθών διά των πυλών συνέλεγε φρύγανα προ της πόλεως• όταν δε ήλθον πλησίον του δύο άνδρες εκ του στρατοπέδου και εζήτουν πληροφορίας διά τα πράγματα της πόλεως, λέγεται ότι επιπεσών εφόνευσε τον ένα διά του δρεπάνου, και ότι ο άλλος εξοργισθείς κατά του Κόδρου και νομίσας ότι πρόκειται περί επαίτου έσυρε το ξίφος και εφόνευσεν αυτόν. Όταν λοιπόν συνέβησαν ταύτα οι μεν Αθηναίοι αποστείλαντες κήρυκα εζήτουν τον νεκρόν του βασιλέως, διά να τον θάψουν, λέγοντες εις αυτούς όλην την αλήθειαν• οι δε Πελοποννήσιοι τούτον μεν απέδοσαν, αντιληφθέντες δε ότι δεν είναι πλέον δι' αυτούς δυνατόν να καταλάβουν την χώραν απεχώρησαν.

Εις δε τον Κλεόμαντιν τον Δελφόν η πόλις παρεχώρησε και εις αυτόν και εις τους απογόνους του παντοτινήν διατροφήν εις το Πρυτανείον. Βλέπετε• εις τον ίδιον βαθμόν ηγάπων την πατρίδα και ο Λεωκράτης και οι τότε βασιλείς οι οποίοι προετίμων να αποθνήσκουν εξαπατώντες τους πολεμίους, υπέρ αυτής και την ιδικήν των ζωήν να ανταλλάξουν με την κοινήν σωτηρίαν.

Αλλά διά τούτο και αυτοί μόνοι εξ όλων είναι της χώρας οι επώνυμοι έχοντες τύχει τιμών ισοθέων, και ευλόγως• διότι την χώραν, υπέρ της οποίας με τόσον πάθος εφρόντιζον, δικαίως αυτήν και αποθανόντες εκληρονόμουν. Αλλά ο Λεωκράτης ούτε ζων, ούτε αποθανών θα λάβη δικαίως μέρος αυτής, μόνος δε εξ όλων κατ' εξοχήν πρεπόντως θα εξορισθή εκ της χώρας την οποίαν φεύγων εγκατέλειψεν εις τους πολεμίους• διότι δεν είναι ωραίον να σκεπάζη η ιδία γη ομοίως και τους διαπρέποντας κατά την ανδρείαν και τον πλέον άνανδρον εξ όλων των ανθρώπων.

Λεξιλογικά
 
συσκευάζω: τοποθετώ μαζί και ετοιμάζω τα πράγματα, δένω τις αποσκευές και τις ετοιμάζω για λογαριασμό κάποιου άλλου ψηφίδες

οἰκέτης: οικιακός δούλος, υπηρέτης ψηφίδες

κατακομίζω: φέρνω προς τα κάτω, μεταφέρω ψηφίδες

κατακομίζω ναῦν: οδηγώ το πλοίο στο λιμάνι ψηφίδες

ἐξορμέω-ῶ: είμαι έξω απ' τον όρμο ή το λιμάνι ψηφίδες

ὀψία: το απόγευμα / περὶ δείλην ὀψίαν: αργά το απόγευμα ψηφίδες

ἀφοράω-ῶ: βλέπω πιο μακριά από όλους τους άλλους, έχω πλήρη θέα, κοιτάζω ψηφίδες.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, Οι Έλληνες: Λυκούργος, Εκδόσεις Κάκτος

Διόδωρος ο Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη ΙΖ 15
 
 

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ

Στο βιβλίο της της Ιζαμπέλλας Παλάσκα αναφέρεται μια άγνωστη και εκπληκτική εξιστόρηση προσπάθειας του Θ Πάγκαλου να δει τον Μουσολίνι, ο ο...