Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΦΩΚΑΙΑΣ ΤΟ 1914



Την 14η Ιουνίου 1914 οι νεότουρκοι πραγματοποίησαν την καταστροφή της Φώκαιας Phocaea (Λατινικά) Foça (Τουρκικά). Σ' αυτή την πόλη της Μικράς Ασίας αυτή τη περίοδο σε σύνολο 12.000 κατοίκων οι 9.000 ήτανε Έλληνες και οι 3.000 Τούρκοι. Η συνύπαρξη του ελληνικού και τουρκικού πληθυσμού ήτανε αρκετά ειρηνική, έως ότου παρθεί η ιδέα από το τουρκικό κράτος να εκδιώξει το ελληνικό στοιχείο από τα παράλια της Μικράς Ασίας.
 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : 13 Ιουνίου 1914  Μια ομάδα τουρκικών Τσετών παρελαύνουν με τη λεία τους, ο ηγέτης παρουσιάζει με υπερηφάνεια μια  κλεμμένη ομπρέλα.
Πίσω από αυτούς είναι Έλληνες έξω από το σπίτι του Sartiaux που προστατεύεται,  η γαλλική σημαία.
 
Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήτανε, αρπαγή όλων των υπαρχόντων των πλούσιων σχετικά Ελλήνων, πυρπόληση και λεηλασία των σπιτιών τους και δολοφονία αυτών που θα αντισταθούν. Μένοντας χωρίς τίποτα οι Έλληνες αναγκάστηκαν να φύγουν σαν πρόσφυγες στην κοντινή Μυτιλήνη καταρχήν και μετά σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην παραλιακή περιοχή πριν το Σούνιο για να ιδρύσουν αργότερα την παραθαλάσσιο οικισμό Παλαιά Φώκαια στο Σούνιο, αλλά και την Νέα Φώκαια στον δήμο Κασσάνδρας Χαλκιδικής.
Ο Felix Sartiaux βρίσκεται για ανασκαφές το 1914 στην Παλαιά Φώκαια «Γκιαούρ ετισί», έχοντας μαζί του τον Ιούνιο του 1914 μία φωτογραφική μηχανή για τις ανάγκες των ανασκαφών του, μόλις αρχίζουν τα γεγονότα διωγμού, σταματά κάθε δραστηριότητα και αφιερώνεται αποκλειστικά μαζί με τους Γάλλους συνεργάτες του, στη διάσωση των προσφύγων αλλά και τη φωτογράφηση αυτών των γεγονότων. Επιστρέφοντας λίγο μετά στη Γαλλία δημοσιεύει τις γραπτές του μαρτυρίες, αλλά καμία από τις φωτογραφίες.

Ο κ. Manciet ήταν παρών στη σφαγή και λεηλασία της Φώκαιας και μαζί με τρεις άλλους Γάλλους, τους κ. κ. Sartiaux, Carlier και Dandria, έσωσε εκατοντάδες ψυχών με το θάρρος και την ψυχραιμία του. Ο Φελίξ Σαρτιώ καταγράφει βήμα βήμα το 24ωρο του διωγμού, τραβάει φωτογραφίες, συγκεντρώνει μαρτυρίες ξένων από άλλες πόλεις και χωριά και κάνει αναφορά σε όλες τις ξένες δυνάμεις, ζητώντας βοήθεια και δικαίωση. Φοβόταν πως αυτό το γεγονός θα αποσιωπηθεί, υπό το βάρος των κοσμοϊστορικών εξελίξεων που ακολούθησαν. Όπως έγραφε ο ίδιος στο βιβλίο του «Le sac de Phocée et l'expulsion des Grecs ottomans d'Asie-Mineure»: «Μπορούμε άραγε να ελπίζουμε ότι η Ευρώπη θα ενδιαφερθεί για την τύχη του δύστυχου αυτού πληθυσμού της Μικράς Ασίας, που τα δικαιώματά του στη χώρα και οι παλιές παραδόσεις, αν εξαιρέσουμε το αίσθημα της ανθρωπιάς, μετρούν δυστυχώς ελάχιστα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν με καλοσύνη και έλεος, μπροστά στα μεγάλα συμφέροντα που διαιρούν τις Δυνάμεις.».

 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η Φώκαια στις φλόγες.
 
 
Η έκθεση αρχίζει με την εμφάνιση επάνω στους λόφους πού βρίσκονται πίσω απ' την πόλη οπλισμένων συμμοριών πού πυροβολούσαν για να ενσπείρουν τον πανικό. Οι τέσσερις Γάλλοι, πού αναφέραμε παραπάνω, κατοικούσαν μαζί, όταν όμως άρχισε ο πανικός χωρίσθηκαν και εγκαταστάθηκαν ο καθένας σε άλλο σπίτι. Ζήτησαν απ'

τον Καϊμακάμη χωροφύλακες για την προστασία τους και στον καθένα τους δόθηκε ένας. Άφησαν ανοιχτές τις πόρτες κι έδιναν καταφύγιο σε οποίον ερχόταν. Έφτιαξαν πρόχειρα με κατάλληλο ύφασμα τέσσερις Γαλλικές σημαίες και τις ανήρτησαν έξω απ' το κάθε σπίτι. Ας συνεχίσουμε όμως τη διήγηση με τις λέξεις του ίδιου του κ.

Manciet, μεταφράζοντας απ' τα Γαλλικά:

«Στη διάρκεια της νύχτας οι οργανωμένες συμμορίες εξακολούθησαν τη λεηλασία της πόλεως. Κατά την αυγή εξακολουθούσαν να ρίχνωνται πολύ δυνατοί πυροβολισμοί μπροστά στα σπίτια. Βγήκαμε αμέσως έξω οι τέσσερις μας και είδαμε το πιο φρικτό θέαμα πού θα μπορούσε να ονειρευτεί κανείς. Η ορδή πού είχε μπει στην πόλη ήταν οπλισμένοι με Γκράδες και τουφέκια του ιππικού. Ένα σπίτι ήταν μέσα στις φλόγες. Απ' όλες τις διευθύνσεις οι Χριστιανοί έτρεχαν προς την παραλία προσπαθώντας να βρουν βάρκες για να φύγουν μ' αυτές, αλλά απ' την νύχτα κιόλας δεν είχε μείνει καμιά. Άκουγε κανείς κραυγές τρόμου ανακατεμμένες με τους κρότους των πυροβολισμών. Ο πανικός ήταν τέτοιος, ώστε μια γυναίκα με το παιδί της πνίγηκαν σε νερό βάθους εξήντα εκατοστομέτρων.

 

«Ο κ. Carlier είδε ένα φρικτό θέαμα. Ένας Έλληνας στεκόταν μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του, μέσα στο όποιο ήταν η γυναίκα του και η κόρη του και οπού ήθελαν να μπουν οι ληστές. Άπλωσε τα χέρια του για να τους εμποδίσει να μπουν. Η χειρονομία αυτή του στοίχισε τη ζωή γιατί τον πυροβόλησαν στο στομάχι. Ενώ έτρεχε τρικλίζοντας προς τη θάλασσα, τον πυροβόλησαν ξανά από πίσω και το πτώμα του κειτόταν εκεί επί δύο μέρες.

«Ευτυχώς υπήρχαν στον λιμένα δυο ατμόπλοια και κατορθώσαμε να επιβιβάσωμε σ' αυτά τους δυστυχείς Χριστιανούς σε μικρές ομάδες. Παρά τις προσπάθειες μας οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι είχαν τέτοια βία να φύγουν, ώστε αναποδογύρισαν τις μικρές βάρκες. Μια αποκρουστική λεπτομέρεια απέδειξε τον κυνισμό της ορδής εκείνης, η οποία με την πρόφαση του αφοπλισμού των φευγόντων ελήστευε αδιάντροπα τους κακόμοιρους και τρομοκρατημένους αυτούς ανθρώπους από τα τελευταία υπάρχοντα τους. Οι ληστές άρπαζαν με τη βία από γρηές δέματα και κλινοσκεπάσματα. Με κατέλαβε αγανάκτηση και τόσο σιχάθηκα βλέποντας τις ελεεινότητες αυτές, ώστε είπα σε έναν αξιωματικό της χωροφυλακής, ότι αν δεν σταματούσε αυτό το πράγμα θα έπαιρνα ο ίδιος ένα όπλο και θα πυροβολούσα επάνω στους ληστές.

 

Αυτό έφερε το αποτέλεσμα πού ήθελα, και οι δυστυχείς εκείνοι μπόρεσαν να επιβιβαστούν με ό,τι είχαν μπορέσει να σώσουν απ' την καταστροφή, πράγμα πού δείχνει ότι η όλη επιχείρηση θα μπορούσε εύκολα να τεθεί υπό έλεγχο.

 

«Η λεηλασία όμως είχε σταματήσει μόνο στην άμεση γειτονιά μας. Παραπέρα είδαμε πόρτες να σπάζωνται και άλογα και γαϊδούρια να φορτώνωνται με λάφυρα. Αυτό συνεχίστηκε όλη τη μέρα. Κατά το βράδυ ανέβηκα σ' ένα μικρό λόφο και είδα καμιά εκατοστή καμήλες φορτωμένες με τα λάφυρα της πόλεως. Περάσαμε εκείνη τη νύχτα μέσα σε αγωνία, αλλά δεν συνέβη τίποτε.

 

«Την άλλη μέρα ξανάρχισε η μεθοδική λεηλασία της πόλεως. Και τότε άρχισαν να φτάνουν οι πληγωμένοι. Επειδή δεν υπήρχε γιατρός, ανέλαβα εγώ να τους δώσω τις πρώτες βοήθειες προτού να τους επιβιβάσουν σε πλοία για τη Μυτιλήνη. Βεβαιώνω ότι όλοι εκείνοι οι πληγωμένοι με εξαίρεση δύο η τριών ήταν επάνω από εξήντα ετών. Ανάμεσα τους υπήρχαν γρηές επάνω από ενενήντα ετών, πού είχαν πυροβοληθεί και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι είχαν τραυματιστεί υπερασπιζόμενες τα αγαθά τους. Επρόκειτο απλούστατα περί σφαγών».

 




ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Άποψη θεάτρου της Φώκαιας.






Όλα αυτά ήταν μια «οργανωμένη επιχείρηση» όπως λέγει ο κ. Manciet.

 

«Βρήκαμε μια γρηά πού κοιτόταν στο δρόμο, και πού ήταν σχεδόν παράλυτη από τα κτυπήματα. Είχε δυο μεγάλες πληγές στο κεφάλι πού είχαν γίνει από κτυπήματα υποκόπανου τουφεκίου τα χέρια της ήταν κομμένα, το πρόσωπο της πρησμένο.«Ένα κορίτσι πού είχε δώσει όλα τα χρήματα πού είχε, το είχαν ευχαριστήσει με μαχαιριές, μια στο μπράτσο και μια άλλη στην περιοχή των νεφρών. Μια αδύνατη γρηά είχε κτυπηθεί τόσο άσχημα με ένα τουφέκι ώστε τα δάκτυλα του αριστερού χεριού της είχαν πέσει.

«Όσο περνούσε η μέρα πού ακολούθησε, απ' όλες τις διευθύνσεις έφθαναν οικογένειες πού είχαν κρυφτεί στα βουνά. Όλοι είχαν υποστεί βιαιοπραγίες. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν μια γυναίκα πού είχε ιδεί να σκοτώνουν μπροστά στα μάτια της τον άντρα της, τον αδερφό της και τα τρία παιδιά της.

 

«Εκείνη τη στιγμή μάθαμε μια φρικτή λεπτομέρεια. Είχε δολοφονηθεί ένας γέρος παραλυτικός πού κοιτόταν αβοήθητος επάνω στο κρεβάτι του, όταν μπήκαν στο σπίτι οι ληστές.

 

«Η Σμύρνη μας έστειλε στρατιώτες για ν' αποκαταστήσουν την τάξη. Καθώς κυκλοφορούσαν οι στρατιώτες αυτοί μέσα στους δρόμους, πήραμε μια ιδέα για το τι είδους τάξη θ' αποκαθιστούσαν: εξακολούθησαν και αυτοί τη λεηλασία της πόλεως.

 

«Κάναμε ένα γύρο επιθεωρήσεως μέσα στην πόλη. Η λεηλασία ήταν πλήρης· πόρτες είχαν γκρεμιστεί και κείνες πού δεν μπορούσαν να τις βγάλουν τις κατέστρεψαν. Η Φώκαια πού ήταν προηγουμένως ένας τόπος μεγάλης δραστηριότητας, τώρα ήταν μια νεκρούπολη.

«Μας έφεραν μια γυναίκα πού πέθανε· την είχαν βιάσει δεκαεπτά Τούρκοι. Επίσης είχαν πάρει μαζί τους στα βουνά ένα κορίτσι δέκα εξ' ετών αφού σκότωσαν μπροστά στα μάτια του τον πατέρα και την μητέρα της. Έτσι είχαμε ιδεί τα πέντε χαρακτηριστικά της λεηλασίας μια; πόλεως: την κλοπή, τη λαφυραγωγία, τον εμπρησμό, τους σκοτωμούς και τους βιασμούς.

«Ήταν ολοφάνερο ότι όλα αυτά αποτελούσαν μια ωργανωμένη επίθεση με την πρόθεση της εκδιώξεως των ραγιάδων δηλ. των Χριστιανών Οθωμανών υπηκόων απ' τα παράλια. «Είναι ακατανόητο το ότι οι άνθρωποι εκείνοι θα μπορούσαν να έχουν στην κατοχή τους τόσο πολλά στρατιωτικά όπλα. αν δεν τους τα είχαν δώσει. Όσο για τους Χριστιανούς της παλιάς Φώκαιας, δεν προσπάθησαν ούτε για μια στιγμή να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Έτσι αυτό πού έγινε ήταν καθαρή σφαγή.

 

«Διαβάσαμε στις εφημερίδες ότι η τάξη είχε αποκατασταθεί και ότι στις περιοχές για τις οποίες μιλούμε, οι Χριστιανοί δεν είχαν τίποτε πιά να φοβηθούν ούτε για τον εαυτό τους, ούτε για τ' αγαθά τους. Αυτό δεν ήταν μια δήλωση χωρίς σημασία. Γιατί δεν υπήρχε πειά περιθώριο για επικράτηση της τάξης. Οι περιουσίες δεν είχαν πειά να φοβηθούν τίποτε, γιατί είχαν περιέλθει όλες σε καλά χέρια - στα χέρια των ληστών».

 

Αργότερα μάλιστα ο Felix Sartiaux επέστρεψε μαζί με τους Φωκαείς πρόσφυγες το 1919 για να καταγράψει τα ερείπια, τις στιγμές πόνου και θλίψης, μέχρι την τελική Καταστροφή του 1922.


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Εικόνες που καταγράφτηκαν από την γενοκτονία που έκαναν οι Τούρκοι στην Φώκαια αλλά και σ όλη την Μ Ασία το 1914.




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

 

-        Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ του GEORGE HORTON εκδόσεις ΒΗΜΑ βιβλιοθηκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ

Στο βιβλίο της της Ιζαμπέλλας Παλάσκα αναφέρεται μια άγνωστη και εκπληκτική εξιστόρηση προσπάθειας του Θ Πάγκαλου να δει τον Μουσολίνι, ο ο...