Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο αποκληθείς Νικηταράς,
ήρωας από τους λίγους της Επαναστάσεως του 1821, πέθανε «στην ψάθα», ως
γνωστόν, επαιτών στα σοκάκια του Πειραιά. Η αρμόδια αρχή, μάλιστα, η οποία
χορηγούσε τα «πόστα» στους επαίτες είχε ορίσει για τον ήρωα-επαίτη μια θέση
κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του
επέτρεπε να επαιτεί κάθε Παρασκευή! Ήταν δε τόση η ένδειά του σχεδόν τυφλού
πλέον στρατηγού -η Πατρίδα δεν του ειχε χορηγήσει σύνταξη-, ώστε δεν ειχε
χρήματα ούτε για να αγοράσει ψωμί για την άρρωστη γυναίκα του -εκείνος μπορούσε
να αντέξει περισσότερο την πείνα.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ :
Νικηταρά - Νικηταρά
πού 'χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι.
Η περιπέτεια του ήρωα έφθασε στ' αυτιά πρέσβη
Μεγάλης Δυνάμεως, ο οποίος ενημέρωσε σχετικά την κυβέρνησή του. Έτσι κάποια
στιγμή, απεσταλμένος της πρεσβείας βρέθηκε στο «πόστο» όπου επαιτούσε ο
οπλαρχηγός. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο, μάζεψε αμέσως το απλωμένο του
χέρι!
«Τί κάνετε, στρατηγέ μου;» ρώτησε ο απεσταλμένος.
«Απολαμβάνω ελεύθερη
πατρίδα!» απάντησε περήφανα ο ήρωας.
«Μά, εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στο δρόμο;»
επέμεινε ο ξένος, πού είχε εντολή «νά μάθει τί γίνεται».
«Η πατρίδα μου έχει
χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς
περνάει ο κόσμος», αντέτεινε ο περήφανος Νικηταράς.
Είδε κι
απόειδε ο ξένος και γύρισε να φύγει, χαιρετώντας ευγενικά. Φεύγοντας, όμως,
άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες, ώστε να μην προσβάλει τον πένητα
στρατηγό. Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγγί, το ψηλάφισε και φώναξε
στον ξένο. «Σου έπεσε το πουγγί σου. Πάρε το μην το βρει κανείς και το
χάσεις!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου