Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΛΙΩΝΗΣ ή ΜΗΛΙΟΝΗΣ

Ο Χρήστος Μηλιόνης είναι ιστορικό πρόσωπο (πέρα των άλλων στο μουσείο της Ιστορικής εταιρείας στην Αθήνα, σώζετε σφραγίδα του με ημερομηνία 1744), γεννηθηκε πάνω στα κορφοβούνια της Δωρίδας, στη γραφική Ποτιδάνεια, στάθηκε ένας πραγματικός σταυραετός των βουνών, ένας αληθινός αετός της Ρούμελης καθώς τον έκραζαν τα παλικάρια του, σύγχρονος και συμπολεμιστής του οπλαρχηγού του Βάλτου Μήτρο Τσεκούρα.






Ο Χ Μηλιώνης εισέβαλε στην Άρτα και έπιασε τον Καδή και δύο αγάδες για τους οποίους εζήτησε λύτρα. Οι τούρκοι ταράχτηκαν με την θρασύτητα της επιχείρησης και ο μουσελίμης της Άρτας έφτιαξε απόσπασμα του οποίου ηγούντο ο προεστός Μαυρομάτης και ο δερβέναγας Μουχτάρ Κλεισούρας, με στόχο την απελευθέρωση των απαχθέντων και την δολοφονία του Μηλιώνη.


Τώρα στην νουβέλα που έγραψε ο Παπαδιαμάντης και η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στην «Εστία» σε συνέχειες, σαν αιτία της επιχείρησης θεωρεί την απαγωγή της βαφτισιμιάς του Βάσως, « μνηστή του Νίκου Ντάσκα», η Βάσω ξεγελάστηκε και βγήκε από το σπίτι της για να βοηθήσει την μητέρα της Μελάχρω, από « την γραία Κυπαρισσού», στην διαδρομή ο Χαλήλ αγάς την απήγαγε και την έκλεισε στο χαρέμι του, για τα παράπονα του πατέρα της ο Κώστας Μαντάς προσέφυγε για δικαιοσύνη στον Κατή της Άρτας, ο οποίος ερμήνευσε το Κοράνιο «Εάν νέα γυνή άπιστος αλλάξει κύριον, και από των χειρών απίστου μεταβεί εις αληθή πιστόν, ο δεύτερος κύριος είναι ενδικότερος» και δικαίωσε τον Χαλήλ αγά παρά τις διαμαρτυρίες του γονιού της Βάσως, του έδωσε δε την εναλλακτική να ζητήσει χρηματική αποζημίωση, πράγμα που δεν ήθελε με τίποτα να ακούσει ο Κ Μαντάς . Ο πατέρας και αρραβωνιαστικός ζήτησαν την βοήθεια του Χ Μηλιώνη ο οποίος από το 1747 ήταν Αρματολός στην Ακαρνανία .

 

……………..Όσο είν’ ο Χρήστος ζωντανός, Τούρκο δεν προσκυνάει…………….

«Ήτο περί δύσιν ηλίου και η λιγυρά φωνή του κήρυκος της πίστεως ετόνιζεν από του πτερυγίου του μιναρέ τα σοβαρά και πλήρη μελαγχολίας εκείνα έπη, άτινα ους απίστου ουδέποτε δύναται άνευ φρίκης ν’ ακούσει: Λα-ιλ-λαχ-ιλ αλλάχ, βε Μωχαμέτ ρεσούλ-ουλ-λαχ. «Εις είναι ο Θεός και ο Μωάμεθ είναι ο προφήτης του».
Ήτο Παρασκευή, ημέρα εορτής, καθ’ ην αι πέντε νενομισμέναι προσευχαί τελούνται πομπωδέστερον…
Ότε ενωτίσθη τους ευμόλπους και ηχηρούς εκείνους φθόγγους ο Χασάν εφένδης, αφήκεν επί του τάπητος του σοφά το βιβλίον του Σερή, όπερ νυχθημερόν εμελέτα, και εγερθείς περιεβλήθη την μηλωτήν και απήλθεν εις το προσκύνημα.
Μόλις οι πιστοί είχον συναχθεί και ήρχισαν τας συνήθεις επί της ψιάθου γονυκλισίας, προτού ακόμη τις εκ των δερβισών να φθάσει εις βαθμόν ενθουσιώδους παροξυσμού, ώστε να εκβάλλει αφρούς εκ του στόματος, νεαρός Τούρκος εισήλθεν ορμητικός και τόσον έξαλλος εφαίνετο, ώστε ελησμόνησε να αφήσει τα σάνδαλα παρά τον ουδόν της θύρας και εισήλθεν υποδεδεμένος εις το τέμενος. Οι πιστοί ανέκυψαν έκπληκτοι και οι ενθερμότερον δεόμενοι απεσπάσθησαν εκ της ευσεβούς εκείνης προσηλώσεως.
-Τι είναι; ηκούσθη ψιθυρισμός.
-Κλέφτες! Κλέφτες έρχονται! έκραξεν ο άρτι εισελθών.
-Κλέφτες! επανέλαβον διάφοροι φωναί.
Η έκπληξις ολόκληρος δεν είχεν εκφρασθεί ακόμη. Ακτίς φωτός δεν είχεν εισδύσει εις τας διανοίας ταύτας, ώστε να κατανοήσωσι πώς ήτο δυνατόν να έλθωσι κλέφτες εις την πόλιν. Και συγχρόνως εισήλθεν ανήρ φορών λερήν φουστανέλαν, κρατών γυμνόν ξίφος εις την δεξιάν, μελαψός την χροιάν, πελώριος το ανάστημα, έχων μακράν κόμην περί τους ώμους. Κατόπιν αυτού εφάνη δεύτερος και τρίτος κλέφτης………..Οι μουσουλμάνοι έρρηξαν[12] λυσσώδεις κραυγάς φρίκης και μίσους. Η αγανάκτησις διά την βεβήλωσιν, η ιδέα πώς ήτο δυνατόν να έλθει άπιστος να βεβηλώσει τον ιερόν χώρον, έπνιγε παν άλλο αίσθημα.
-Έξω! έξω! έξω απ’ εδώ! ηκούσθησαν ωρυόμεναι συμμιγείς κραυγαί.
Αλλ’ ο υψηλός φουστανελοφόρος πάλλων το ξίφος εν τη δεξιά και απείργων τους αόπλους μουσουλμάνους, όσοι επρόλαβον ν’ ανορθωθώσιν, ήλθε κατ’ ευθείαν προς τον Χασάν εφένδην και τω είπε:
-Συ είσαι ο κατής της Άρτης;
-Εγώ, απήντησεν εμβρόντητος ο Χασάν.
-Σηκώσου, πάμε, τω είπεν ο κλέφτης.
Και τον έσυρε διά της βίας. Οι δύο σύντροφοί του προσελθόντες τον εβοήθησαν.
Εις ολίγας στιγμάς το σύμπλεγμα είχε διασκελίσει τον ουδόν. Ο πρώτος κλέφτης προεπορεύετο σύρων και τον κατήν και οι δύο σύντροφοί του ηκολούθουν οπισθοβατούντες, αμυνόμενοι διά των ξιφών κατά των μουσουλμάνων, όσοι όρμησαν να επιτεθώσιν άοπλοι.»



 









Η αποχώρηση του Μηλιόνη συνοδεύτηκε με μάχη, σκοτώθηκαν δέκα τούρκοι και τρεις κλέφτες. Με δόλο και απειλές για την ζωή της οικογενείας της τώρα η Βάσω συνήνεσε να γίνει γυναίκα του Χαλήλ Αγά. Εν τω μεταξύ εκδόθηκε Σουλτανικό φιρμάνι στους Δερβεναγάδες της Αιτωλίας Μουχτάρ Κλεισούρα και Μαυρομάτη να εξοντωθεί ο Μηλιώνης. Οι δε τούρκοι της Άρτας όπως είδαμε ετοίμασαν απόσπασμα για την καταδίωξη του Κλέφτη Μηλιώνη, όταν η Βάσω έμαθε για την εκστρατεία των τούρκων δραπέτευσε από το χαρέμι του Χαλήλ Αγά και πήγε κοντά στους άνδρες του Μηλιώνη.


Για την θρασύτητα του Μηλιώνη και τα μάτια της Βάσως έγινε πολύνεκρη μάχη στο Λαγκόβα, οι Κλέφτες κατατρόπωσαν τους τούρκους, οι οποίοι για να εκδικηθούν αναζήτησαν μέσω αμοιβής και του δόλου να εξοντώσουν τον Μηλιώνη, εξαγόρασαν λοιπόν τον αδελφοποιητό του τουρκαλβανό Σουλειμάνη, τον πλήρωσαν με στόχο, με δόλο να σκοτώσει τον φίλο του, ο Μηλιώνης αρχικά έπεσε στην παγίδα και συναντήθηκε με τον Σολιμάν στον Αρμυρό, υπό το βάρος τύψεων ο Σουλειμάνης αποκάλυψε στον Μηλιώνη το σφάλμα του και ο οπλαρχηγός το θεώρησε μεγάλη προσβολή και ζήτησε τίμια μονομαχία. Στην μονομαχία που έγινε παρουσία των Κλεφτών οι δύο αδελφοποιητοί αλληλοσκοτώθηκαν.


Με το τουφέκι τρέξανε, ένας να φάει τον άλλο.
φωτιάν εδώκαν στη φωτιά, πέφτουν κι οι δυο στον τόπο.



Τώρα ποια ήταν η τύχη των πρωταγωνιστών αυτής της ιστορία μας την λέει ο Παπαδιαμάντης. Ο Κώστας Μαντάς με την γυναίκα του και τα παιδιά του και ο Νίκος Ντάσκας με την Βάσω, ένα βράδυ έφυγαν στην Λευκάδα και εκεί μετά έξη μήνες έγινε ο γάμος τους. Ο Χαλήλ Αγάς έθαψε ζωντανή την υπεύθυνη του σαραγιού του διότι δεν εμπόδισε την απόδραση της Βάσως, αλλά και ο ίδιος ο Χαλήλ Αγάς δολοφονήθηκε από ομόθρησκούς του.


Οι απαχθέντες από τον Μηλιώνη, δηλαδή ο Κατής και οι δύο τούρκοι, με την έναρξη της επιχείρησης του προεστού Μαυρομάτη και του δερβέναγα Μουχτάρ Κλεισούρα, τους αποκεφάλισαν οι Κλέφτες.

Οι σύντροφοι του Μηλιόνη μετά τον θάνατό του, ακολούθησαν τους Τσεκουραίους και πήραν μέρος σε πολλές συμπλοκές.

 

Τρία πουλάκια κάθονται ‘ς τη ράχη 'ς το λημέρι,
τό να τηράει τον Αρμυρό, τάλλο κατά το Βάλτο,
το τρίτο το καλύτερο μοιριολογάει και λέει,
Κύριε μου, τι να γίνηκεν ο Χρήστος ο Μηλιόνης;
Ουδέ 'ς το Βάλτο φάνηκε, ουδέ 'ς την Κρύα βρύση.
Μας είπαν πέρα πέρασε κ’ επήγε προς την Άρτα,
κ' επήρε σκλάβο τον κατή μαζί με δύο αγάδες.
Κι' ο μουσελίμης τ' άκουσε, βαριά του κακοφάνη,
Το Μαυρομάτη νέκραξε και το Μουχτάρ Κλεισούρα.
«Εσείς, αν θέλετε ψωμί, αν θέλετε πρωτάτα,
το Χρήστο να σκοτώσετε, τον καπετάν Μηλιόνη.
Τούτο προστάζει ο βασιλιάς και μόστειλε φερμάνι.»

Παρασκευή ξημέρωσε, ποτέ να μη είχε φέξη!
κί' ο Σουλεϊμάνης στάλθηκε να πάγη να τον εύρη.
'Στον Αρμυρό τον έφτασε κι' ως φίλοι φιληθήκαν.
Ολονυχτίς επίνανε όσο να ξημερώση.
Και όταν έφεξε η αυγή πέρασαν 'ς τα λημέρια.
Κι' ο Σουλεϊμάνης φώναξε του καπετάν Μηλιόνη,
"Χρήστο, σε θέλει ο βασιλιάς, σε θέλουν κ' οι αγάδες.
-Όσο 'ν' ο Χρήστος ζωντανός Τούρκους δεν προσκυνάει."
Με το τουφέκι τρέξανε ο ένας να φάη τον άλλο.
Φωτιάν εδώσαν 'ς τη φωτιά, κ’ έπεσαν εις τον τόπο.





ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


- ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΛΙΟΝΗΣ του ΑΛΕΞ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ εκδόσεις ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη
- Σημειώσεις του ποιήματος «ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΗΛΙΟΝΗ» του Ν Γ ΠΟΛΙΤΗ
- "Χρήστος Μηλιώνης -Ο αετός της Ρούμελης" της Ζωζώ Σ. Σταυροπούλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ

Στο βιβλίο της της Ιζαμπέλλας Παλάσκα αναφέρεται μια άγνωστη και εκπληκτική εξιστόρηση προσπάθειας του Θ Πάγκαλου να δει τον Μουσολίνι, ο ο...